Η βιταμίνη D παίζει ρόλο στον έλεγχο κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο

  • Μιχάλης Θερμόπουλος
βιταμίνη D
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι μια από τις κύριες αιτίες θανάτου. Διάφοροι παράγοντες (π.χ. υποκείμενα νοσήματα, ηλικία, οικογενειακό ιστορικό, διατροφή και τρόπος ζωής) επηρεάζουν συνδυαστικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.

Χρησιμοποιώντας μια νέα αναλυτική προσέγγιση, ερευνητές στην Αυστραλία ανακάλυψαν έναν επιπλέον παράγοντα που μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα καρδιαγγειακής νόσου σε ένα άτομο: την βιταμίνη D.

Η επικεφαλής συγγραφέας, καθηγήτρια Elina Hyppönen, από το Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο του Πανεπιστημίου της Νότιας Αυστραλίας, είπε χαρακτηριστικά: Βρήκαμε στοιχεία ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση και τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Ωστόσο, η αύξηση των συγκεντρώσεων βιταμίνης D θα είναι χρήσιμη μόνο για εκείνους τους συμμετέχοντες που ‘την χρειάζονται’ και τα όποια περαιτέρω οφέλη από την αύξηση των συγκεντρώσεων -πέρα από τις διατροφικές απαιτήσεις- θα είναι μέτρια, εάν υπάρχουν”.

Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό European Heart Journal.

“Μια συναρπαστική νέα προσέγγιση”

Στην πρόσφατη μελέτη, οι ερευνητές ξεκίνησαν να διερευνήσουν εάν υπάρχει σχέση μεταξύ της 25-υδροξυβιταμίνης D -ή 25(OH)D- και του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Τα επίπεδα 25(OH)D στον ορό είναι ένας καθιερωμένος δείκτης για τα επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα.

Για να ελέγξουν την υπόθεσή τους, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια συγκεκριμένη αναλυτική μέθοδο για να αναλύσουν δεδομένα από την UK Biobank (μια μεγάλη μελέτη του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου) για άτομα ηλικίας 37-73 ετών.

Οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν από 22 κέντρα αξιολόγησης σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο μεταξύ 13 Μαρτίου 2006 και 1 Οκτωβρίου 2009. Συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια που παρείχαν ευρείες πληροφορίες για την υγεία και τον τρόπο ζωής στην αρχή και παρείχαν δείγματα αίματος για βιοδείκτες και γενετικές αναλύσεις. Οι επιστήμονες συνέλεξαν πληροφορίες από έως και 295.788 συμμετέχοντες.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα για τη βιταμίνη D στον οργανισμό των συμμετεχόντων

Οι ερευνητές συνέκριναν τα αποτελέσματα με αυτά μιας ομάδας ελέγχου χωρίς διάγνωση καρδιαγγειακής νόσου. Η ερευνητική ομάδα διεξήγαγε επίσης μια δευτερεύουσα ανάλυση για να εξετάσει τη συσχέτιση των επιπέδων συγκέντρωσης 25(OH)D με την αρτηριακή πίεση.

Οι ερευνητές δηλώνουν ότι το μέσο επίπεδο συγκέντρωσης 25(OH)D μεταξύ των 267.980 συμμετεχόντων ήταν 50 nanomole ανά λίτρο (nmol/l).

Σημειώνουν επίσης ότι:

  • Το 11,4% (32.868) των συμμετεχόντων είχαν συγκεντρώσεις κάτω από 25 nmol/l
  • Το 41,3% (119.243) των συμμετεχόντων είχε συγκεντρώσεις μεταξύ 25 και 49,9 nmol/l
  • Το 35,3% (101.848) των συμμετεχόντων είχε συγκεντρώσεις μεταξύ 50 και 74,9 nmol/l
  • Το 10,5% (30.314) των συμμετεχόντων είχε συγκεντρώσεις μεταξύ 75 και 99,9 nmol/l
  • Το 1,4% (4.110) των συμμετεχόντων είχε συγκεντρώσεις μεταξύ 100 και 124,9 nmol/l
  • Λιγότερο από το 0,1% των συμμετεχόντων είχε επίπεδα συγκέντρωσης 25(OH)D που ξεπερνούσαν τα 125 nmol/l

Περαιτέρω ανάλυση αποκάλυψε ότι τα άτομα με 25(OH)D ορού στα 25 nmol/l είχαν 11% υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου από εκείνα με συγκεντρώσεις 50 nmol/l.

Ωστόσο, φάνηκε να υπάρχει μείωση της πιθανότητας εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου με υψηλότερες τιμές συγκέντρωσης. Για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες με συγκεντρώσεις 75 nmol/l είχαν 2% χαμηλότερες πιθανότητες για καρδιαγγειακή νόσο σε σύγκριση με εκείνους στα 50 nmol/l.

Οι επιστήμονες αποκαλούν αυτό το φαινόμενο μη γραμμικό συσχετισμό, όπου μια αλλαγή στην τιμή μιας οντότητας δεν αντιστοιχεί πάντα με μια σταθερή αλλαγή στην τιμή της άλλης οντότητας.

Οι ερευνητές παρατήρησαν παρόμοιες μη γραμμικές συσχετίσεις στη σχέση μεταξύ των συγκεντρώσεων 25(OH)D και των επιπέδων αρτηριακής πίεσης των συμμετεχόντων: Στα 25 nmol/l, υπήρξε αξιοσημείωτη αύξηση στις τιμές της αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με 50 nmol/l.

Τα ευρήματα οδήγησαν τους επιστήμονες στο συμπέρασμα ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Τι πιστεύουν οι ειδικοί για την βιταμίνη D και τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου

Ο δρ. Rigved Tadwalkar, πιστοποιημένος καρδιολόγος στο Providence Saint John’s Health Center της Καλιφόρνια, σημείωσε ότι η μελέτη έχει πράγματι κλινικές επιπτώσεις.

Παρατήρησε ότι υπάρχει εδώ και πολύ καιρό σύγχυση ως προς το αν πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα βιταμίνης D κατά την αξιολόγηση του καρδιαγγειακού κινδύνου και ως προς το τι να κάνουμε με τις πληροφορίες αυτές μετά την λήψη των αποτελεσμάτων,

“Ωστόσο, τώρα, αυτή η μελέτη αποδεικνύει ότι αξίζει τον κόπο να ελέγχονται τα επίπεδα βιταμίνης D για τον σκοπό της αξιολόγησης του καρδιαγγειακού κινδύνου και η λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D για εκείνους που έχουν μεγαλύτερη έλλειψη”, είπε ο ίδιος.

Δυνατά σημεία και περιορισμοί της έρευνας

Οι συγγραφείς εξηγούν ότι η δύναμη της μελέτης τους έγκειται στον νέο τρόπο που ανέλυσαν τα δεδομένα τους. Από όσο γνωρίζουν, η μελέτη είναι η πρώτη γενετική ανάλυση που χρησιμοποιεί ένα μη γραμμικό πλαίσιο για να διερευνήσει την μορφή της συσχέτισης του 25(OH)D με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Επιπλέον, μέσω αυστηρών πειραματικών πρακτικών, κατάφεραν να ελαχιστοποιήσουν τα άκυρα, ή παραπλανητικά δεδομένα από τους συμμετέχοντες και να μειώσουν τα τυχαία ευρήματα.

Παρά τα δυνατά της σημεία, η μελέτη έχει και περιορισμούς. Πρώτον, περιορίζοντας την ανάλυση σε συμμετέχοντες λευκής βρετανικής καταγωγής, δεν είναι σαφές εάν τα αποτελέσματα της μελέτης είναι εφαρμόσιμα σε άλλες εθνοτικές ομάδες.

Επίσης, με ποσοστό απόκρισης 5%, η UK Biobank δεν είναι αντιπροσωπευτική του γενικού πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου, παρά το μεγάλο μέγεθος του δείγματός της.

Ωστόσο, τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί να οδηγήσουν σε νέες δυνατότητες στη διαχείριση και διάγνωση της καρδιαγγειακής νόσου.

Ο δρ. Tadwalkar είπε επίσης για την μελέτη αυτή:

“Οι άνθρωποι θα πρέπει να συζητήσουν τον έλεγχο του επιπέδου της βιταμίνης D με τους γιατρούς τους. Εάν το επίπεδο της βιταμίνης D διαπιστωθεί ότι είναι σημαντικά χαμηλό, υπάρχουν τώρα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η αύξηση αυτού του επιπέδου θα μειώσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού.

Πηγή: https://www.medicalnewstoday.com

φωτό: iStock

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Κατά 26% αυξημένος κίνδυνος θανάτου από καρδιά αν έχετε αυτήν την πολύ κοινή ανεπάρκεια: Τι συμπτώματα έχει

Ποιοι πρέπει να ΜΗΝ παίρνουν βιταμίνη D3: Όλες οι χρήσεις, οι παρενέργειες και οι προφυλάξεις για την βιταμίνη D

Το #1 σημάδι ότι χρειάζεστε περισσότερη βιταμίνη D

Η σημαντική παρενέργεια που έχει η καφεΐνη στην βιταμίνη D του οργανισμού