Η χρόνια αϋπνία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο άνοιας κατά 40%, αποκαλύπτει μακροχρόνια μελέτη
Η χρόνια αϋπνία δεν αποτελεί απλώς μια ενοχλητική διαταραχή ύπνου που προκαλεί καθημερινή κόπωση. Σύγχρονες επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι μπορεί να έχει σοβαρές και μακροπρόθεσμες συνέπειες για τον εγκέφαλο, επιταχύνοντας διαδικασίες που σχετίζονται με τη γνωστική γήρανση και αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης ήπιας γνωστικής διαταραχής και άνοιας
Μια μακροχρόνια μελέτη της Mayo Clinic, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Neurology της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, έρχεται να ενισχύσει αυτή την ανησυχία.
- Διαβάστε επίσης – Αϋπνία: Μερικές συμβουλές για «καλύτερο ύπνο» μπορεί να την επιδεινώσουν
Η μελέτη δεν εξέτασε ασθενείς με άνοια, αλλά γνωστκά υγιή άτομα στην ηλικία περίπου των 70 χρόνων.
Επρόκειτο για 2.750 άτομα που δεν παρουσίαζαν προβλήματα μνήμης, δεν είχαν διάγνωση γνωστικής διαταραχής ή άνοιας και περνούσαν κανονικά τις σχετικές νευροψυχολογικές δοκιμασίες.
Το κρίσιμο στοιχείο είναι ότι, παρόλο που όλοι οι συμμετέχοντες ξεκίνησαν με παρόμοιο επίπεδο νοητικής λειτουργίας, δεν είχαν όλοι τον ίδιο ύπνο.
Περίπου το 16% του δείγματος είχε χρόνια αϋπνία, δηλαδή δυσκολία στον ύπνο τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα για χρονικό διάστημα άνω των τριών μηνών. Οι ερευνητές δεν παρενέβησαν θεραπευτικά,· απλώς κατέγραψαν για πέντε χρόνια την κατάσταση του ύπνου όπως αυτή υπήρχε στην καθημερινή ζωή των συμμετεχόντων.
Οι συμμετέχοντες, κάθε χρόνο υποβάλλονταν σε λεπτομερή τεστ που αξιολογούσαν τη μνήμη, την ταχύτητα σκέψης, την προσοχή και άλλες νοητικές δεξιότητες.
Παράλληλα, ένα μέρος από το δείγμα των συμμετεχόντων έκανε απεικονιστικές εξετάσεις εγκεφάλου, ώστε οι ερευνητές να μπορούν να εντοπίσουν δομικές αλλαγές, όπως αλλοιώσεις στη λευκή ουσία ή συσσώρευση αμυλοειδών πλακών, που συνδέονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Καθώς περνούσε ο χρόνος, άρχισαν να διαφαίνονται σαφείς διαφορές μεταξύ εκείνων που είχαν χρόνια αϋπνία και εκείνων που κοιμούνταν φυσιολογικά. Στο τέλος της περιόδου παρακολούθησης, το 14% των ατόμων με χρόνια αϋπνία είχε αναπτύξει ήπια γνωστική διαταραχή ή άνοια, σε σύγκριση με το 10% της ομάδας χωρίς αϋπνία.
Όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν παράγοντες όπως η ηλικία, η υπέρταση, η χρήση υπνωτικών φαρμάκων και η υπνική άπνοια, διαπίστωσαν ότι η χρόνια αϋπνία συνδεόταν με 40% αυξημένο κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης. Σε πρακτικούς όρους, η διαφορά αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 3,5 επιπλέον χρόνια εγκεφαλικής γήρανσης.
Σημαντικό εύρημα της μελέτης ήταν ότι η χρόνια αϋπνία δεν εκδηλωνόταν με τον ίδιο τρόπο σε όλους τους συμμετέχοντες. Όλοι όσοι είχαν αϋπνία αντιμετώπιζαν κακή ποιότητα ύπνου, δυσκολία να αποκοιμηθούν ή συχνές αφυπνίσεις, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι κοιμόντουσαν όλοι λιγότερες ώρες.
Κάποιοι ανέφεραν ότι κοιμούνταν λιγότερο από το συνηθισμένο, ενώ άλλοι περνούσαν περισσότερες ώρες στο κρεβάτι ή ένιωθαν αυξημένη ανάγκη για ύπνο, χωρίς όμως να νιώθουν ξεκούραστοι.
Για τον λόγο αυτό, οι ερευνητές χώρισαν την ομάδα των ατόμων με αϋπνία σε δύο υποομάδες, ώστε να εξετάσουν αν αυτές οι διαφορετικές εμπειρίες ύπνου συνδέονται με διαφορετικές επιπτώσεις στη μνήμη και στη δομή του εγκεφάλου.
Η ανάλυση έδειξε ότι η υποομάδα που κοιμόταν λιγότερο παρουσίαζε μεγαλύτερη γνωστική έκπτωση και περισσότερες εγκεφαλικές αλλοιώσεις, ενώ η υποομάδα που περνούσε περισσότερες ώρες στο κρεβάτι εμφάνιζε λιγότερες βλάβες στα μικρά αγγεία του εγκεφάλου, παρότι η αϋπνία παρέμενε.
Ακόμη πιο έντονα ήταν τα αποτελέσματα σε άτομα που έφεραν το γονίδιο APOE ε4, έναν γνωστό γενετικό παράγοντα κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ. Σε αυτούς, η συνύπαρξη χρόνιας αϋπνίας συνδέθηκε με ταχύτερη και πιο απότομη έκπτωση της μνήμης και των νοητικών λειτουργιών, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο κακός ύπνος μπορεί να επιβαρύνει περαιτέρω έναν ήδη ευάλωτο εγκέφαλο.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι τα ευρήματα δεν αποδεικνύουν πως η αϋπνία προκαλεί άνοια. Είναι πιθανό σε ορισμένες περιπτώσεις οι πρώιμες, υποκλινικές αλλαγές στον εγκέφαλο να εκδηλώνονται αρχικά ως διαταραχές ύπνου.
Ωστόσο, η σταθερή συσχέτιση μεταξύ χρόνιας αϋπνίας, εγκεφαλικών αλλοιώσεων και γνωστικής έκπτωσης υπογραμμίζει ότι ο ύπνος αποτελεί βασικό πυλώνα της εγκεφαλικής υγείας.
Το συνολικό μήνυμα της μελέτης είναι σαφές και ιδιαίτερα επίκαιρο: η χρόνια αϋπνία δεν πρέπει να θεωρείται απλώς μια ενοχλητική συνήθεια ή αναπόφευκτη συνέπεια της ηλικίας.
Μπορεί να λειτουργεί ως προειδοποιητικό σημάδι για την υγεία του εγκεφάλου και ως παράγοντας που, εφόσον αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ίσως συμβάλει στη διατήρηση της πνευματικής διαύγειας και της ποιότητας ζωής.
Φωτογραφία: istock




