«Παγωμένος» ώμος: Τι είναι και πώς αντιμετωπίζεται;

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Έχετε άκουσε ποτέ την έκφραση «παγωμένος ώμος»; Αν ναι, σίγουρα ξέρετε περί τίνος πρόκειται. Αν όχι, θα σας ταλαιπωρήσει, επειδή κάτι κάνατε, κάποια στιγμή, δεν του δώσατε σημασία, όμως εκείνος δεν σας συγχωρεί.

Η άρθρωσή του ώμου και η περιοχή του είναι ένα πολύ σημαντικό σημείο – σταυροδρόμι του σώματος. Επάνω και γύρω απ’ αυτήν διακλαδώνονται πολλά ανατομικά στοιχεία, που μπορεί να δώσουν πόνο, με επακόλουθο τη δυσκαμψία, την ακινησία και την αδυναμία χρήσης του, επηρεάζοντας πολλές λειτουργικές κινήσεις.

«Λόγω του ότι ο ώμος είναι η μοναδική άρθρωση που κρέμεται (ως εκκρεμές), σε περίπτωση μικρής ή μεσαίας κάκωσης, ο εγκέφαλος τον ακινητοποιεί, «φοβούμενος» ότι μπορεί να αποκοπεί. Πρόκειται για αμυντικό μηχανισμό για την αποφυγή περαιτέρω τραυματισμών», επισημαίνει ο Γιώργος Γουδέβενος, φυσιοθεραπευτής, Dr manual medicine, επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.

«Οι αιτίες της βλάβης του ώμου μπορεί να οφείλονται σε διάφορες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής (χόμπι), και σε τραυματισμούς από αθλητικά, εργατικά ή τροχαία ατυχήματα, καθώς πρόκειται για μία άρθρωση εκτεθειμένη στους τραυματισμούς και στις κακώσεις».

Στα μεν ομαδικά αθλήματα (ποδόσφαιρο, μπάσκετ κτλ) είναι από τις πιο συνηθισμένες κακώσεις, γιατί είναι ένα από τα κύρια σημεία έντονης σύγκρουσης και επαφής μεταξύ των αθλητών.
Στα δε ατομικά σπορ (τένις, ενόργανη γυμναστική, άρση βαρών κτλ), πέρα από την επιβάρυνση που μπορεί να δεχθεί ο ώμος λόγω υπέρχρησης ή κακής τεχνικής κατάρτισης, υπάρχει μεγάλο ποσοστό κακώσεων – τραυματισμών, ύστερα από πτώση ή κακό χειρισμό.
Αξιοσημείωτα είναι τα εργατικά και τα τροχαία ατυχήματα, λόγω πτώσεων, συγκρούσεων και άλλων εξωτερικών παραγόντων.

Σύμφωνα με τον κ. Γουδέβενο: «Μία πάθηση μπορεί να αφορά μόνο στον ώμο ή να υπάρχουν άλλες παθήσεις που αντανακλούν, διαπερνούν ή και συνυπάρχουν με την πάθηση του ώμου. Μέσω λεπτομερούς ιατρικής εξέτασης και ακριβούς διάγνωσης εντοπίζεται η παθοφυσιολογία του μηχανισμού της βλάβης των στοιχείων που σχετίζονται, καθώς και του τρόπου αντιμετώπισής του».

Οι αιτίες και τα πρώτα σημάδια
Στην περίπτωση, λοιπόν, που η πάθηση αφορά στον ώμο μόνο (χωρίς να υπάρχει κάταγμα ή πλήρες εξάρθρημα), τα αίτια μπορεί να είναι πολλά, όπως τενοντίτιδες, περιαρθρίτιδες, θυλακίτιδες, υπεξάρθρημα, ρήξη συνδέσμων/μυών, θλάσεις, διαστρεμματικές βλάβες κτλ.

Στην περίπτωση που η πάθηση είναι συνδυαστική, πιθανές διαγνώσεις είναι το λεγόμενο αυχενο – ωμοβραχιόνιο σύνδρομο, το σύνδρομο θωρακικής εξόδου, το ραιβόκρανο του αυχένα, οι ριζίτιδες ή οι νευραλγίες, το πλευροκλειδικό σύνδρομο, καθώς και οργανικές παθήσεις των σπλάχνων (π.χ. πνεύμονες, καρδιά κτλ).

Τα πρώτα σημάδια εμφάνισης κάποιας βλάβης είναι η αισθητή μείωση της κινητικότητας του ώμου και, φυσικά, ο πόνος.

Η μείωση της κινητικότητας του ώμου συχνά χαρακτηρίζεται με τη φράση «παγωμένος ώμος». Υποδηλώνει μια επώδυνη μερική, σχετική ή ολική δυσκαμψία έως και πλήρη ακινητοποίηση της άρθρωσης και όχι με τη θερμοκρασία αυτού.

Ο πόνος εντοπίζεται βαθιά, καθώς διαχέεται στην αυχενο – ωμο – βραχιόνια περιοχή. Γίνεται οξύς και ανυπόφορος στις καθημερινές κινήσεις και δραστηριότητες (χτένισμα, ένδυση). Σε προχωρημένα στάδια ενοχλεί ακόμη και τη νύχτα, διαταράσσοντας τον ύπνο. Κατά το American Academy of Orthopedic Surgeons (AAOS) ο «παγωμένος ώμος» εμφανίζεται σε ποσοστό 2-5% στον γενικό πληθυσμό.

Σύμφωνα με το NHS (National Health System) της Αγγλίας:
-40-60 ετών είναι η συχνότερη εμφάνιση
-συχνότερα οι γυναίκες, σε αναλογία με τους άνδρες 3:1
-περίπου 3 στους 10 εμφανίζουν συμπτώματα σε οποιαδήποτε στιγμή στη ζωή τους
-σε διάστημα περίπου 5 ετών στο 6-17% των πασχόντων επηρεάζεται και ο άλλος ώμος.

Όπως εξηγεί ο Dr Γουδέβενος, η αντιμετώπιση συνήθως αρχικά είναι ιατροφαρμακευτική. Κατάλληλα φάρμακα, με αναλγητική, αντιφλεγμονώδη και μυοχαλαρωτική δράση, χορηγούνται από τον ειδικό ορθοπαιδικό. «Έχει αποδειχθεί ότι ο συνδυασμός της φαρμακευτικής αγωγής παράλληλα με τη φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση έχει υψηλότερο δείκτη επιτυχίας απ’ ό,τι η ξεχωριστή εφαρμογή τους. Και αυτό, γιατί δίνεται ένα σαφώς καλύτερο έδαφος στον φυσικοθεραπευτή να κινητοποιήσει τον δύσκαμπτο και δυσλειτουργικό ώμο, επαναφέροντάς τον στη φυσιολογική του κατάσταση», εξηγεί ο ειδικός.

Η πορεία και η εξέλιξη της θεραπείας καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η ηλικία, το φύλο, η βαρύτητα και η χρονιότητα της πάθησης, η χρονική στιγμή εντοπισμού της, η συνεργασία του ασθενή κτλ.
Η επαναφορά της κινητικότητας δεν είναι εντυπωσιακή και θεαματική, αλλά αργή, προσεκτική, προοδευτική και οφείλει να είναι ουσιαστική.

«Ο ασθενής, εφοδιασμένος με υπομονή και επιμονή, πρέπει να αφιερώσει ένα σχετικά μεγάλο διάστημα (περίπου 1-3 μήνες ή και παραπάνω) σε αυτό. Παράλληλα με την εφαρμογή των φυσικοθεραπειών, μεγάλο μέρος των οδηγιών και των ασκήσεων πρέπει να τις εκτελεί στο σπίτι, με στόχο την ενεργή συμμετοχή του και την επίσπευση της αποθεραπείας του.

Αξιοσημείωτη είναι η ψυχολογική πτώση του ασθενούς, λόγω της χρονιότητας του πόνου και της δυσχρησίας, σε συνδυασμό με την φυσική αδυναμία, που προκαλεί ο πόνος και η πάθηση – αποδυναμώνει πολλές φορές τη θέληση για ανάρρωση».

Τα φυσικοθεραπευτικά μέσα αποκατάστασης, στην αρχική φάση, πρέπει να είναι σύγχρονα και επιστημονικά τεκμηριωμένα. Η χρήση συσκευών ηλεκτροθεραπείας (ρεύματα αναλγησίας, ιοντοφόρεσης, υπερήχων, laser), θερμότητας ή ψύξης και ήπιων κινησιοθεραπειών με μαλάξεις, ωφελούν πολύ, ιδιαίτερα στη μείωση του πόνου στην περιοχή. Αφού επιτευχθεί ένα καλό επίπεδο αναλγησίας, επόμενος στόχος είναι η αυξανόμενη ανάκτηση του εύρους κίνησης της άρθρωσης με ειδικές τεχνικές κινησιοθεραπείας.

Οι τεχνικές αυτές έχουν θεραπευτικό σκοπό και συνδυάζονται με ειδικές ασκήσεις της ωμικής ζώνης, του αυχένα, του θώρακα και των χεριών, δίνοντάς τους ελαστικότητα και πλαστικότητα (π.χ. διατατικές ασκήσεις – stretching).

Τελική φάση είναι αυτή της ενδυνάμωσης, για να μπορέσει να «ξανακτιστεί» η μυϊκή μάζα, που θα στηρίξει τον ώμο. Επίσης, θα πρέπει να δοθούν ειδικές σταθεροποιητικές τεχνικές, καθώς και ασκήσεις – κινήσεις για λεπτότερες και σύνθετες κινήσεις, ώστε η επιστροφή στη φυσιολογική λειτουργία του ώμου να επιτευχθεί ολοκληρωτικά.

«Ένα καλό πρόγραμμα ασκήσεων, που θα εκτελεί καθημερινά για ένα μεγάλο διάστημα μόνος του ο ασθενής και με τα δύο χέρια (καθ’ ότι το υγιές υποβοηθά, παρακινεί και αποτελεί σημείο σύγκρισης με το πάσχον), περιλαμβάνοντας ορθοσωμικές ασκήσεις, θα συμβάλει προληπτικά και μακροπρόθεσμα στη μη επανεμφάνιση αυτής της κατάστασης», καταλήγει ο κ. Γιώργος Γουδέβενος.