Καταλύτης θανάτου το κάπνισμα για τους απλούς φορείς HIV

  • Μιχάλης Θερμόπουλος
HIV
Οι άνθρωποι που ζουν με τον ιό HIV και κάνουν κανονικά την αντιρετροϊκή θεραπεία τους, αλλά παράλληλα καπνίζουν, αντιμετωπίζουν κατά μέσο όρο δέκα φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνουν τελικά από καρκίνο των πνευμόνων λόγω του τσιγάρου, παρά απο AIDS. Ο κίνδυνος των καπνιστών είναι από έξι έως φορές μεγαλύτερος, ανάλογα με το πόσο καπνίζουν

Aυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας αμερικανικής επιστημονικής έρευνας, σύμφωνα με την οποία η πρόληψη του καρκίνου των πνευμόνων μέσω διακοπής του καπνίσματος θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για τους ανθρώπους με HIV.

Οι ερευνητές του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη, με επικεφαλής τον δρα Κρίσνα Ρέντι, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «JAMA Internal Medicine».

«Το κάπνισμα και ο HIV αποτελούν ιδιαίτερα κακό συνδυασμό. Τα ποσοστά των καπνιστών είναι πάρα πολύ υψηλά μεταξύ των ανθρώπων με HIV, παρόλο που τόσο το κάπνισμα όσο και ο HIV αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο των πνευμόνων», δήλωσε ο δρ Ρέντι.

Οι ασθενείς με HIV ζουν πλέον περισσότερο χάρη στα αντιρετροϊκά φάρμακα, αλλά αν καπνίζουν, κινδυνεύουν σοβαρά να πάθουν καρκίνο των πνευμόνων, πολύ περισσότερο από ό,τι οι καπνιστές που δεν έχουν τον ιό.

Η μελέτη εκτιμά ότι σχεδόν ένας στους δέκα (10%) ανθρώπους με HIV -καπνιστές και μη- θα πεθάνει από αυτή τη μορφή καρκίνου. Σχεδόν ένας στους τέσσερις (25%) καπνιστές με HIV θα πεθάνουν από καρκίνο των πνευμόνων. Ο κίνδυνος θανάτου από αυτό τον καρκίνο για τους βαριούς καπνιστές φθάνει το 30%, έναντι μόνο 1,5% για τους μη καπνιστές.

Στις ΗΠΑ πάνω από το 40% των ανθρώπων με HIV καπνίζουν, έναντι ποσοστού καπνιστών μόνο 15% στο γενικό πληθυσμό. Ο κίνδυνος για καρκίνο των πνευμόνων είναι λίγο μεγαλύτερος για τους άνδρες καπνιστές με HIV από ό,τι για τις καπνίστριες με HIV.

«Ο καρκίνος των πνευμόνων είναι πλέον μία από τις κυριότερες αιτίες θανάτου των ανθρώπων με HIV, μολονότι οι περισσότεροι από αυτούς τους θανάτους θα μπορούσαν να αποφευχθούν», δήλωσε η ερευνήτρια Ροσέλ Βαλένσκι.