Ξέρετε τι είναι ο κερατόκωνος; Πάσχει το 10% των Ελλήνων, αλλά δεν το γνωρίζουν!

  • Ρούλα Τσουλέα
κερατόκωνος
Απρόσμενα ευρήματα από ελληνική μελέτη σε 1.450 ηλικιωμένους εθελοντές. Πόσο σοβαρή είναι η ασθένεια αυτή, που συνήθως αναπτύσσεται στην εφηβεία. Τι σχέση έχει με τις μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς. Ποια είναι τα ύποπτα συμπτώματα. Τι ρόλο παίζουν τα γονίδια.

Ένας στους δέκα Έλληνες πάσχει από μία εκφυλιστική νόσο των ματιών που λέγεται κερατόκωνος και παραμορφώνει τον επιφανειακό χιτώνα τους, προκαλώντας σοβαρή διαταραχή της όρασης, σύμφωνα με νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στο 55ο Πανελλήνιο Οφθαλμολογικό Συνέδριο.

Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι από τους ασθενείς αυτούς δεν γνωρίζουν για την πάθησή τους, διότι δεν εξετάστηκαν ποτέ γι’ αυτήν, ανέφεραν οι ερευνητές, οι οποίοι πλέον εισηγούνται να αρχίσει να εφαρμόζεται προληπτικός έλεγχος του πληθυσμού.

Στον κερατόκωνο παρατηρείται παθολογική λέπτυνση των ινών κολλαγόνου στον κερατοειδή χιτώνα του οφθαλμού. Η λέπτυνση προκαλεί αστάθεια και αλλαγή του σχήματος του κερατοειδούς, ο οποίος από σφαιρικός γίνεται κωνικός.

Ο κωνικός κερατοειδής έχει πολύ λεπτό πά­χος, καθώς μειώνεται κεντρικά από τα φυσιολογικά 550 μικρόμετρα (μm) σε λιγότερα από 300 μm. Το μικρόμετρο (ή μικρόν) ισούται με ένα εκατομμυριοστό του μέτρου. Ο κωνικός κερατοειδής έχει επίσης σημαντικά παραμορφω­μένη πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια.

Οι αλλαγές αυτές προκαλούν μη ομαλή και σημαν­τικά αυξημένη κυρτότητα, κυρίως κεντρικά. Αυτό δημιουργεί πολύ μεγάλη μυω­πία και σημαντικό αστιγ­ματισμό. Ένας τέτοιος κερατο­ειδής έχει ως αποτέλεσμα η διάθλαση του φωτός στον οφθαλμό να είναι ανώμαλη και το είδωλο να είναι πολύ ασαφές.

Πως εκδηλώνεται

Ο κερατόκωνος εξελίσσεται συνήθως με ταχύ ρυθμό στις ηλικίες 15-35 ετών και στη συνέχεια βραδέως έως ότου σταθεροποιηθεί. Στις περισσότερες περιπτώσεις αρχίζει στην εφηβεία και σταθεροποιείται μετά την ηλικία των περίπου 45 ετών.

Στα αρχικά στάδιά του προκαλεί μυωπία που αλλάζει συνεχώς και συνοδεύεται από ολοένα αυξανόμενο αστιγματισμό. Αυτή η αρχική, συνεχής αλλαγή είναι που μπορεί να ευαισθητοποιήσει τον οφθαλμίατρο για να εκτελέσει ειδικές εξετάσεις και να θέσει τη διάγνωση. Ωστόσο η νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι ο κερατόκωνος πολύ συχνά δεν γίνεται αντιληπτός.

Η ελλιπής διάγνωση μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες. Στα τελικά στάδιά του ο κερατόκωνος μπορεί να χρειαστεί μεταμόσχευση κερατοειδούς για να αντιμετωπιστεί. Στην πραγματικότητα, η συγκεκριμένη οφθαλμοπάθεια αποτελεί τον κύριο λόγο μεταμόσχευσης κερατοειδή παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας.

Η νέα μελέτη

Η νέα μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 1.450 άνδρες και γυναίκες από τη χώρα μας. Όλοι τους είχαν ηλικία 60 ετών και άνω. Υποβλήθηκαν σε εγχείρηση για καταρράκτη την περίοδο 2017-2021. Εκτός από τις καθιερωμένες εξετάσεις για τον καταρράκτη, οι ερευνητές τους υπέβαλλαν και σε εξειδικευμένες εξετάσεις που ανιχνεύουν τον κερατόκωνο.

Τα ευρήματα των εξετάσεων αξιολόγησαν πέντε διαφορετικοί ειδικοί (δύο χειρουργοί-οφθαλμίατροι και τρεις οπτομέτρες). Όπως διαπίστωσαν, οι 159 από τους ηλικιωμένους (το 11%) έπασχαν από κερατόκωνο. Άλλοι 377 (ποσοστό 26%) είχαν αλλοιώσεις (π.χ. ακανόνιστη παχυμετρία) ύποπτες για κερατόκωνο αλλά λιγότερο σαφείς.

Τα ευρήματα αυτά είναι εντυπωσιακά. Παγκοσμίως η συχνότητα του κερατόκωνου υπολογίζεται σε 1 περιστατικό ανά 1.000 ή 2.000 άτομα του γενικού πληθυσμού. Η νέα μελέτη όμως υποδηλώνει ότι στην χώρα μας τουλάχιστον ο κερατόκωνος είναι πολύ πιο συχνός.

Αφορά έναν στους τρεις Έλληνες

Η ερευνητική ομάδα που πραγματοποίησε τη νέα μελέτη, εξέφραζε εδώ και χρόνια αμφιβολίες για το κατά πόσον ισχύουν οι παγκόσμιες στατιστικές στον ελληνικό πληθυσμό.

«Επί σειρά ετών αναφέραμε στα ιατρικά συνέδρια ότι στη δική μας κλινική εμπειρία η επίπτωση του κερατόκωνου είναι πολλαπλάσια από αυτήν που αναφέρεται στην παγκόσμια βιβλιογραφία», ανέφερε στο συνέδριο ο επικεφαλής ερευνητής δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, χειρουργός-οφθαλμίατρος, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Διαπιστώσαμε ότι αυτή η κλινική παρατήρηση είναι αληθής».

Όπως εξήγησε, το δείγμα του πληθυσμού που εξετάστηκε ήταν τυχαίο. Απαρτιζόταν από ανθρώπους που βρίσκονταν στην έβδομη και όγδοη δεκαετία της ζωής. Σε μία στις 10 περιπτώσεις συνυπήρχε κλινικός κερατόκωνος, ο οποίος δεν είχε διαγνωστεί ποτέ στους περισσότερους.

Επιπλέον, στον έναν στους τέσσερις εντοπίστηκαν σημαντικές αντικειμενικές ενδείξεις για την ύπαρξη ή για την προδιάθεση στην ανάπτυξη της νόσου. «Αυτό αποτελεί επαναστατική διαγνωστική πληροφορία», υπογράμμισε.

Ο κερατόκωνος διαγιγνώσθηκε στους 1.450 συμμετέχοντες με βάση τα πιο αυστηρά και παγκόσμια κριτήρια. Χρησιμοποιήθηκε η λεγόμενη τομογραφική ανάλυση του κερατοειδούς, υπογράμμισε ο καθηγητής.

Επισήμανε ακόμα ότι το δείγμα των ασθενών που εντάχθηκαν στη μελέτη «είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να έχει πολύ μεγάλη στατιστική σημασία». Και πρόσθεσε πως με βάση τα νέα δεδομένα «πρέπει η ελληνική οφθαλμολογική κοινότητα στο σύνολό της, αλλά και η παγκόσμια οφθαλμολογική κοινότητα, να αναθεωρήσουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται ο κερατόκωνος. Ειδικά στη χώρα μας, η νόσος μπορεί να αφορά τον 1 στους 3 Έλληνες».

Προληπτικός έλεγχος του πληθυσμού

Ο προληπτικός πληθυσμιακός έλεγχος μπορεί να παράσχει σημαντικά οφέλη στους ασθενείς, εκτίμησε ο καθηγητής. «Εάν γίνει συστηματική προσπάθεια από όλη την οφθαλμολογική κοινότητα στη χώρα μας και εντοπίσουμε εγκαίρως τους πάσχοντες, ειδικά στα χρόνια της εφηβείας, μπορούμε όπου χρειάζεται να παρέμβουμε θεραπευτικά», είπε.

Όπως εξήγησε, υπάρχει μέθοδοι, όπως η διασύνδεση κερατοειδούς, που μπορούν να εμποδίσουν την περαιτέρω εξέλιξη του κερατόκωνου.  Με αυτό τον τρόπο θα εξαλειφθεί σε πολλές περιπτώσεις η ανάγκη για χειρουργικές επεμβάσεις ή μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς.

Ακόμα, όμως, και η όψιμη διάγνωση του κερατόκωνου, δηλαδή σε μεσήλικες και ηλικιωμένους, παρέχει σημαντικά οφέλη. Ο κερατόκωνος πιστεύεται ότι έχει γενετική συνιστώσα. Επομένως αν διαγνωστεί ακόμα και σε έναν άνθρωπο ηλικίας 70 ετών, η προσοχή των ιατρών θα στραφεί στα νεότερα μέλη της οικογένειάς του.

«Θεωρούμε ότι η εργασία αυτή αποτελεί παγκόσμια πρωτιά. Πρέπει να ενημερωθούν οι συμπολίτες μας για το πόσο κρίσιμα είναι τα ευρήματά της ως πληροφορία. Επιπλέον, τα δεδομένα μας είναι αρκετά ισχυρά, ώστε να προωθήσουν τον έλεγχο ρουτίνας για τη νόσο στον ελληνικό πληθυσμό, ειδικά στην εφηβεία και να γίνεται προσεκτικός έλεγχος όταν εξετάζεται το ενδεχόμενο της διόρθωσης με λέιζερ», κατέληξε ο κ. Κανελλόπουλος.

Φωτογραφία: iStock