Κορωνοϊός: Η long COVID μειώνει την ποιότητα της ζωής περισσότερο απ’ ό,τι ο καρκίνος!

  • Ρούλα Τσουλέα
COVID
Πως επηρεάζουν τα επίμονα συμπτώματα της COVID-19 την λειτουργικότητα των πασχόντων. Νέα ευρήματα.

Η μακροχρόνια λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός (ή long COVID) βλάπτει σοβαρά την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Μάλιστα αρκετοί από αυτούς έχουν ποιότητα ζωής χειρότερη από αυτήν που σχετίζεται με ορισμένους προχωρημένους καρκίνους, αναφέρουν επιστήμονες από τη Βρετανία.

Τον σοβαρότερο αντίκτυπο απ’ όλα τα συμπτώματα που επιμένουν για μήνες ή χρόνια μετά την αρχική COVID-19, έχει η κόπωση. Σε νέα μελέτη που πραγματοποίησαν διαπίστωσαν ότι είναι τόσο ακραία, ώστε φθάνει στο επίπεδο της κόπωσης που παρατηρείται:

  • Σε ασθενείς με αναιμία που σχετίζεται με τον καρκίνο
  • Σε πάσχοντες από σοβαρή νεφρική νόσο

Η βαθμολογία στην ποιότητα ζωής τους είναι επίσης συχνά χαμηλότερη απ’ ό,τι αυτή που συχνά παρατηρείται σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του πνεύμονα. Επιπλέον, ο αντίκτυπος που έχει η long COVID στην καθημερινότητα των ασθενών είναι:

  • Χειρότερος από εκείνον του εγκεφαλικού επεισοδίου
  • Εφάμιλλος με εκείνον της νόσου Πάρκινσον

«Η long COVID είναι μία «αόρατη» ασθένεια, που ταλαιπωρεί σημαντικό ποσοστό των ασθενών που μολύνονται από τον κορωνοϊό», δήλωσε ο επιβλέπων ερευνητής Dr. William Henley, καθηγητής Ιατρικής Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο του Exeter. «Μας σόκαρε το εύρημα ότι η εμμένουσα COVID αφήνει πολλούς ασθενείς με χειρότερη κόπωση και ποιότητα ζωής απ’ ό,τι ορισμένοι καρκίνοι. Πόσο μάλλον που η κατανόηση και η υποστήριξη των ασθενών δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο».

Η νέα μελέτη

Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση BMJ Open. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, η long COVID ορίζεται ως η ύπαρξη συμπτωμάτων της λοίμωξης επί περισσότερες από 12 εβδομάδες μετά την αρχική, οξεία φάση.

Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι ποσοστό έως 14% των ασθενών που νοσεί ο κορωνοϊός, εκδηλώνουν στη συνέχεια long COVID.

Στη νέα μελέτη, οι επιστήμονες από το Exeter και από το University College του Λονδίνου (UCL) εξέτασαν 3.754 πάσχοντες από long COVID. Οι ασθενείς συμπλήρωσαν αναλυτικά ερωτηματολόγια για τα συμπτώματά τους, τη διάρκειά τους και τον αντίκτυπο στην καθημερινότητά τους.

Το 94% (οι 3.541) ήσαν άτομα εργασιακής ηλικίας (18 έως 65 ετών). Το 51% είπαν ότι κατά τον τελευταίο μήνα είχαν απουσιάσει τουλάχιστον μία ημέρα από την εργασία τους, λόγω των συμπτωμάτων τους. Το 20% είπαν ότι δεν είχαν πάει καθόλου για δουλειά. Το 29% ήσαν άνδρες και οι υπόλοιποι γυναίκες.

Τα ευρήματα

Οι ερευνητές βαθμολόγησαν τις απαντήσεις που έδωσαν για τα συμπτώματά τους με βάση ένα σύστημα βαθμολόγησης που λέγεται WSAS (Work and Social Adjustment Scale). Το σύστημα αυτό βαθμολογεί τους λειτουργικούς περιορισμούς των ασθενών. Οι βαθμολογίες από 20 και πάνω υποδηλώνουν μετρίως σοβαρούς περιορισμούς.

Το 53% των συμμετεχόντων στη μελέτη είχαν βαθμολογία πάνω από 20. Η μέση βαθμολογία των εθελοντών ήταν 21. Οι παράγοντες που σχετίζονταν με υψηλή βαθμολογία WSAS ήταν:

  • Η κόπωση
  • Η κατάθλιψη
  • Η νοητική διαταραχή

Η κόπωση, όμως, ήταν εκείνη που συνέβαλλε πρωτίστως στην έντονη διαταραχή της λειτουργικότητας των πασχόντων από long COVID.

Σε σύγκριση με άλλα νοσήματα, η μελέτη έδειξε επίσης πως η κόπωση των ασθενών ήταν χειρότερη και από αυτήν που προκαλούν τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου.

«Η long COVID μπορεί να έχει καταστροφικό αντίκτυπο στη ζωή των ασθενών. Ιδίως η κούραση μπορεί να πλήξει τα πάντα, από τις κοινωνικές δραστηριότητες έως την εργασία και τις σχέσεις», δήλωσε ο ερευνητής Dr. Henry Goodfellow, λέκτορας στο Ινστιτούτο Επιδημιολογίας του UCL. «Είναι απαραίτητο να βελτιωθεί σύντομα η αντιμετώπιση του συνδρόμου».

Φωτογραφία: iStock