Το 50% των ασθενών με χρόνια κνίδωση δεν λαμβάνει θεραπεία παρά το σημαντικό φορτίο της νόσου

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Η Novartis ανακοίνωσε νέα αρχικά αποτελέσματα μελέτης που διεξήχθη υπό πραγματικές συνθήκες σε 3.733 ασθενείς με χρόνια κνίδωση (ΧΚ), τα οποία δείχνουν ότι πολλοί από αυτούς δεν λαμβάνουν επαρκή περίθαλψη, ενώ σχεδόν οι μισοί (42%) δεν λαμβάνουν καμία απολύτως θεραπεία για την εξουθενωτική αυτή νόσο, παρά το γεγονός ότι ποσοστό 83% αυτών υφίσταται αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής.

Τα ευρήματα συμφωνούν με προηγούμενες έρευνες, που διαπίστωσαν ότι πολλοί ασθενείς με χρόνια αυθόρμητη κνίδωση (ΧΑΚ) δεν λαμβάνουν θεραπεία σύμφωνα με τις συνιστώμενες κατευθυντήριες οδηγίες,3,4 οι οποίες περιλαμβάνουν την ομαλιζουμάμπη – τη μόνη αδειοδοτημένη επιλογή για τη ΧΑΚ, μία μορφή της ΧΚ5. Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας (EAACI) στο Ελσίνκι της Φινλανδίας.

Τα αποτελέσματα είναι μέρος της παγκόσμιας, μη παρεμβατικής μελέτης AWARE. Τα δεδομένα αυτά από 12 χώρες της Ευρώπης, αποκαλύπτουν τον σημαντικό αντίκτυπο της ΧΚ – μίας σοβαρής νόσου που προκαλεί κνησμώδεις, επίμονους πομφούς και/ή επώδυνο αγγειοοίδημα που διαρκούν τουλάχιστον 6 εβδομάδες, και σε έναν σημαντικό αριθμό περιστατικών ακόμη και χρόνια ή δεκαετίες. Τα συμπτώματα ενδέχεται να εμφανιστούν σε ορατά και ιδιαιτέρως ευαίσθητα σημεία του σώματος, όπως γύρω από τα βλέφαρα, τα χείλη και το στόμα, ενώ ο ψυχολογικός και κοινωνικός αντίκτυπος της νόσου είναι σημαντικός.

«Η χρόνια κνίδωση είναι μία σοβαρή νόσος που επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής, παρόλα αυτά φαίνεται ότι σε μεγάλο βαθμό υποθεραπεύεται», δήλωσε ο Vas Narasimhan, Global Head, Development Drug και Chief Medical Officer της Novartis. «Αυτά τα ευρήματα ενισχύουν την επιτακτική ανάγκη βελτίωσης της διαχείρισης της χρόνιας κνίδωσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπεία της νόσου και θέτουν ως θεραπευτικό στόχο την «εξάλειψη των συμπτωμάτων στους ασθενείς».

Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς ανέφεραν, ότι η επίδραση της ΧΚ στην ποιότητα ζωής τους είναι μέτρια, πολύ μεγάλη ή εξαιρετικά μεγάλη. Αυτός ο σημαντικός αντίκτυπος στην ποιότητα ζωής παρατηρήθηκε σε ποσοστό 51% των ασθενών στις χώρες της Νότιας Ευρώπης  (Βέλγιο, Γαλλία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα), 54% στις Σκανδιναβικές χώρες (Σουηδία, Νορβηγία και Δανία), 56% στη Γερμανία, 61% στο Ηνωμένο  Βασίλειο  και 85% στη Ρωσία.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι πολλοί ασθενείς, παρά τη λήψη θεραπείας, εξακολουθούν να αναφέρουν ότι η νόσος έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής τους, γεγονός που υποδεικνύει την ανεπαρκή ανακούφιση των συμπτωμάτων, ακόμη και σε εκείνους που βρίσκονται υπό θεραπεία. Οι ασθενείς στις Σκανδιναβικές χώρες είχαν τις περισσότερες πιθανότητες λήψης κάποιας μορφής θεραπείας (74%) και ακολουθούσαν οι ασθενείς στη Γερμανία (61%), οι ασθενείς στις χώρες της Νότιας Ευρώπης (58%), οι ασθενείς στο Ηνωμένο Βασίλειο (52%) και οι ασθενείς στη Ρωσία (39%).

Σχετικά με τη ΧΚ

Η ΧΚ είναι μία σοβαρή νόσος που χαρακτηρίζεται από την επανεμφάνιση επίμονων πομφών ή/και ορισμένες φορές επώδυνου αγγειοοιδήματος για έξι εβδομάδες ή και περισσότερο2.

Ο επιπολασμός της ΧΚ είναι έως 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ έως και τα δύο τρίτα των ασθενών αυτών πάσχουν από ΧΑΚ – μία μορφή της νόσου που μπορεί να εμφανιστεί απρόβλεπτα, χωρίς κάποιον ανιχνεύσιμο εκλυτικό παράγοντα. Σε ποσοστό 30 έως 50% των περιστατικών, η ΧΚ διαρκεί έως και ένα έτος. Ωστόσο, σε σημαντικό ποσοστό ασθενών, η ΧΚ μπορεί να διαρκέσει από 1 έως 5 έτη, ενώ σε ορισμένους διαρκεί ακόμη και δεκαετίες.

Παρόλο που η ΧΚ έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ασθενών, η έρευνα έχει δείξει, ότι ορισμένοι ιατροί την υποτιμούν ως μία ήσσονος σημασίας πάθηση.

Σχετικά με την AWARE

Η AWARE (Παγκόσμια Μελέτη Αξιολόγησης Ασθενών με Ανθεκτική στη Θεραπεία με Αντιισταμινικά Χρόνια Κνίδωση) είναι μία υπό εξέλιξη, προοπτική μελέτη παρατήρησης που έχει σχεδιαστεί για την αξιολόγηση της ΧΚ σε πραγματικές συνθήκες. Αυτά τα αρχικά  προσωρινά  αποτελέσματα, προέρχονται από 12 ευρωπαϊκές χώρες που συμμετέχουν  στη μελέτη. Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν από ασθενείς ηλικίας 18 ετών και άνω, που εμφανίζουν ανθεκτικότητα σε τουλάχιστον ένα κύκλο θεραπείας με H1-αντιισταμινικά και περιλάμβαναν τις φαρμακευτικές αγωγές και την ποιότητα ζωής, όπως μετράται βάσει του Δείκτη Ποιότητας Ζωής στη Δερματολογία (DLQI).

Η ομαλιζουμάμπη είναι η μόνη αδειοδοτημένη θεραπεία τρίτης γραμμής και ενδείκνυται ως συμπληρωματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της ΧΑΚ, μίας μορφής της ΧΚ, σε ενήλικες και εφήβους (12 ετών και άνω) ασθενείς με ανεπαρκή ανταπόκριση στη θεραπεία με H1-αντιισταμινικά. Η μελέτη περιελάμβανε επίσης την κυκλοσπορίνη και τη μοντελουκάστη, οι οποίες συστήνονται ως θεραπείες τρίτης γραμμής, off label  για την αντιμετώπιση της ΧΚ.