Εγκυμοσύνη: Δείτε ποιες είναι οι πιθανές αιτίες της αποβολής

  • Ρούλα Τσουλέα
αποβολή
Ο κίνδυνος για αποβολή αυξάνεται κατ' αναλογίαν με τον αριθμό των προηγούμενων διακοπών κύησης.

Περισσότερες από μία στις δέκα κυήσεις διακόπτονται πρόωρα και οι γυναίκες συχνά κατηγορούν τον εαυτό τους, νομίζοντας ότι κάτι θα μπορούσαν να έχουν κάνει για να αποφύγουν την αποβολή.

Η αλήθεια είναι ότι, παρά την πρόοδο της Ιατρικής, η αποβολή δεν είναι πάντα πλήρως κατανοητή και για ένα μικρό ποσοστό περιπτώσεων δεν υπάρχει ξεκάθαρη εξήγηση.

Επιδημιολογικά δεδομένα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA) δείχνουν ότι μια γυναίκα συνήθως αντιλαμβάνεται ότι είναι έγκυος την πέμπτη έως έκτη εβδομάδα μετά τη σύλληψη. Έως και οι μισές κυήσεις διακόπτονται πρόωρα πριν καν γίνουν αντιληπτές από τις γυναίκες. Επιπλέον, σε αποβολή καταλήγει και το 12% έως 15% των κλινικά τεκμηριωμένων κυήσεων.

Ο κίνδυνος αποβολής αυξάνεται κατ’ αναλογίαν με τον αριθμό των προηγούμενων διακοπών κύησης, αλλά συνήθως είναι μικρότερος από 50%.

«Ως “αποβολή” επιστημονικώς ορίζεται η απώλεια ενός εμβρύου πριν από τις 24 εβδομάδες της κύησης», αναφέρει ο γυναικολόγος αναπαραγωγής δρ Χάρης Χηνιάδης, ιδρυτικό μέλος και στέλεχος της ΥΓΕΙΑ IVF Εμβρυογένεσις, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου Μητέρα και συνιδρυτής του Μη Κερδοσκοπικού Σωματείου Υποβοήθησης της Αναπαραγωγής Be-Live.

Όπως εξηγεί, η πιο συχνή περίοδος κατά την οποία πάει κάτι λάθος σε μια εγκυμοσύνη είναι στις πρώτες ημέρες και εβδομάδες μετά από τη σύλληψη. Πολλές πρόωρες αποβολές δεν ανιχνεύονται καν. Εάν μάλιστα η έμμηνος ρύση της γυναίκας εκδηλώνεται φυσιολογικά, η γυναίκα δεν υποψιάζεται ότι υπήρξε έγκυος.

«Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι οι περισσότερες γυναίκες που έχουν μια αποβολή, την επόμενη φορά έχουν μια κανονική, υγιή εγκυμοσύνη», επισημαίνει ο δρ Χηνιάδης.

Οι πιθανές αιτίες

Μολονότι δεν ανευρίσκεται πάντοτε αιτία για την αποβολή σε μια εγκυμοσύνη, διαχρονικά έχουν εντοπιστεί κάποια αίτια με αυξημένη συχνότητα όπως:

  • Χρωμοσωμικές ανωμαλίες του εμβρύου. Ευθύνονται για περισσότερο από το 90% των αποβολών. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαιτέρως αυξημένο στις μεγάλης ηλικίας μητέρες (άνω των 40 ετών), όταν τα ωάρια έχουν μεγάλη πιθανότητα κακής αντιγραφής του γενετικού υλικού κατά τον πολλαπλασιασμό (διαίρεση) τους.
  • Ανωμαλίες της μήτρας (λ.χ. ινομυώματα, διαφράγματα ενδομητρίου, πολύποδες). Συνήθως γίνονται αντιληπτές πριν από τη σύλληψη, στο ετήσιο υπερηχογράφημα με τον γυναικολόγο.
  • Λοιμώξεις της μητέρας (λ.χ. μυκόπλασμα). Αντιμετωπίζονται με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή
  • Αυτοάνοσα προβλήματα και θρομβοφιλία. Ευθύνονται για μικρό ποσοστό των αποβολών. Ως φαίνεται παίζουν σημαντικότερο ρόλο στις επαναλαμβανόμενες αποβολές (περισσότερες από 2 ή 3 συνεχόμενες).
  • Ανεπάρκεια του τραχήλου (κατ’ αυτήν ο τράχηλος αρχίζει να ανοίγει πρόωρα. Οι συσπάσεις της μήτρας εξωθούν το μωρό πάρα πολύ σύντομα, συχνά πριν από την 20η εβδομάδα κύησης)
  • Έκτοπη κύηση (κατ’ αυτήν το έμβρυο αναπτύσσεται έξω από τη μήτρα, συνήθως στη σάλπιγγα)

Όταν οι ανωμαλίες της μήτρας παίζουν ρόλο στην σωστή εμφύτευση και ανάπτυξη του εμβρύου, τότε αντιμετωπίζονται χειρουργικά, συνήθως με υστεροσκόπηση ή λαπαροσκόπηση.

Σε σπάνιες περιπτώσεις η ανεπάρκεια του τραχήλου ευθύνεται για αποβολές μέχρι την 24η εβδομάδα της κύησης. Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια σε προηγούμενες επεμβάσεις στον τράχηλο (λ.χ. κρυοπηξία, laser, LLETZ, κωνοειδής εκτομή). Οι επεμβάσεις αυτές μικραίνουν ανεπανόρθωτα το μήκος του τραχήλου. Η ανεπάρκεια αντιμετωπίζεται συνήθως με την προληπτική τοποθέτηση τραχηλικού ράμματος (περίδεση τραχήλου).

Η έκτοπη κύηση δεν είναι αυτή καθαυτή αποβολή. Δυστυχώς, όμως, με τη διάγνωσή της ακολουθεί συνήθως και η θεραπεία της, που κατά κανόνα οδηγεί στη διακοπή της κύησης.

Οι επαναλαμβανόμενες αποβολές

Ο κ. Χηνιάδης τονίζει ότι ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στις περιπτώσεις των γυναικών με ιστορικό επαναλαμβανόμενων αποβολών, δηλαδή όταν μια γυναίκα έχει αποβάλλει δύο ή και περισσότερες φορές.

«Στις περιπτώσεις αυτές σωστό είναι να γίνεται ένας έλεγχος», σημειώνει. «Περιλαμβάνει μια σειρά εξετάσεων, που αποσκοπούν στο να αποδείξουν αν η μητέρα χρειάζεται φαρμακευτική θεραπεία, που θα βελτιώσει τις πιθανότητές της να προχωρήσει η εγκυμοσύνη φυσιολογικά». Ο έλεγχος που γίνεται συμπεριλαμβάνει:

  • Λήψη αναλυτικού ιστορικού
  • Ενδελεχή κλινική εξέταση
  • Πλήρη υπερηχογραφικό έλεγχο
  • Υστεροσκόπηση
  • Χρωμοσωμικό έλεγχο και των δύο γονέων
  • Ορμονικό και αιματολογικό έλεγχο
  • Έλεγχο για πιθανά ανοσολογικά προβλήματα της μητέρας

Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν πρέπει η ασθενής να εμπλακεί σε ένα κυκεώνα εξετάσεων, λόγω π.χ. ασυμβατότητας του σώματός της με το σπέρμα του συζύγου και άλλα συναφή, υπογραμμίζει ο δρ Χηνιάδης.

«Αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε εφαρμογή “εμβολιασμών” με “λεμφοκύτταρα” και άλλες ουσίες. “Θεραπείες” αυτού του είδους δεν έχουν καμία πιστοποίηση ή έλεγχο. Έχουν απαγορευτεί τόσο από το Βρετανικό (RCOG) όσο και από το Αμερικανικό (ACOG) Κολέγιο Μαιευτικής και Γυναικολογίας», επισημαίνει ο ειδικός.

Η εφαρμογή τους έχει αυξημένη πιθανότητα πολύ σοβαρών επιπλοκών στην υγεία των μητέρων, συνεχίζει. Πρέπει να γίνεται μόνο στα πλαίσια ερευνητικών προγραμμάτων και μετά από ενημέρωση των ασθενών για τις επιπλοκές αυτές.

Δεύτερη γνώμη

Οι γυναίκες είναι σημαντικό να ελέγχουν τη θεραπεία που τους προτείνεται. Σε περίπτωση αμφιβολίας να ζητούν και δεύτερη γνώμη από ειδικό. Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι η μητέρα πάσχει από αυτοάνοσο νόσημα (λ.χ. αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο), η θεραπεία που πρέπει να εφαρμοστεί αυξάνει την πιθανότητα επιτυχίας κατά περίπου 40% στην επόμενη εγκυμοσύνη.

«Η αποβολή είναι σχεδόν πάντα κάτι που είναι πέρα από τον έλεγχό σας. Μην κατηγορείτε τον εαυτό σας για κάτι που δεν θα μπορούσατε να αποτρέψετε», συνιστά ο δρ Χηνιάδης. «Εσείς και ο σύντροφος σας θα χρειαστείτε κατανόηση, συμπόνια και υποστήριξη. Συζητήστε με το γιατρό σας τους πιθανούς λόγους της αποβολής και ρωτήστε τι πρέπει να κάνετε για να μείνετε πάλι έγκυος».

Φωτογραφία: iStock