Αντωνία Τριχοπούλου: Η μεσογειακή διατροφή είναι βιώσιμη – Τι πρέπει να ξέρουμε

  • Ρούλα Τσουλέα
μεσογειακή διατροφή
Πώς η «κουζίνα της φτώχειας» επιτρέπει τη σύνθεση ευφάνταστων και θρεπτικών γευμάτων από ταπεινά υλικά.

Για την μεσογειακή διατροφή και τα οφέλη που προσφέρει στην ευζωία και τη μακροζωία μίλησε στην ΕΡΤ η ακαδημαϊκός Αντωνία Τριχοπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Διατροφής στην Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, στον απόηχο άρθρου στο Politico που αμφισβήτησε την αξία της.

«Κατ’ αρχάς, πρέπει να τονίσω ότι η μεσογειακή διατροφή, όπως κάθε διατροφικό πρότυπο, είναι ένα καταναλωτικό αγαθό που χρησιμοποιείται καθημερινά. Ως εκ τούτου υπάρχει τεράστιο εμπορικό ενδιαφέρον. Παράλληλα, όπως φαίνεται από αυτό το άρθρο στο Politico, υπάρχει και πολιτικό ενδιαφέρον. Αυτή είναι η προσέγγιση τόσο του άρθρου, όσο και μέρους του πολιτικού κόσμου της Ιταλίας», είπε.

Όπως εξήγησε, το θέμα δεν είναι απλώς η μεσογειακή διατροφή, αλλά η σημασία της. «Όταν μιλάμε για μεσογειακή διατροφή, αναφερόμαστε σε ένα διατροφικό μοντέλο που αναπτύχθηκε και διαμορφώθηκε μέσα στους αιώνες, μέσα από πολλές δυσχέρειες, εκφράζοντας την κουλτούρα και την ψυχή των λαών που ζουν στις ακτές της Μεσογείου», ανέφερε.

Το μοντέλο αυτό αναπτύχθηκε στις περιοχές όπου ευδοκιμεί η ελιά. «Χωρίς ελαιόλαδο, δεν υφίσταται μεσογειακή διατροφή», ξεκαθάρισε. «Μπορεί να μιλάμε για “τύπου” μεσογειακή διατροφή. Η αυθεντική όμως αφορά την περίοδο πριν από το 1960, όταν διατηρούσε τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά της».

Σχετικά με τη θέση του άρθρου ότι η μεσογειακή διατροφή ήταν «κουζίνα της φτώχειας», η κυρία Τριχοπούλου τόνισε πως σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται «το μεγαλείο της».

Με λίγα υλικά

«Αυτό το διατροφικό πρότυπο αναδεικνύει τις αρετές των λαών που μπορούσαν να συνθέσουν ευφάνταστα και θρεπτικά γεύματα από ταπεινά υλικά», εξήγησε. Τα υλικά αυτά ήταν:

  • Το λάδι
  • Λίγο αλεύρι
  • Άγρια χόρτα

Με αυτά τα απλά συστατικά «δημιουργήθηκαν αμέτρητες γαστρονομικές παραδόσεις, όπως οι ελληνικές πίτες. Πάνω από εκατό διαφορετικά είδη».

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η χορτόπιτα. «Η χορτόπιτα είναι ένα τυπικό ελληνικό έδεσμα, που δεν απαντάται σε τέτοια ποικιλία σε άλλες χώρες της Μεσογείου. Η ελληνική κουζίνα ξεχωρίζει για τη δημιουργικότητα και την ποικιλομορφία της. Αυτό δεν είναι τυχαίο», υπογράμμισε η ειδικός.

Από τον 19ο αιώνα

Η κυρία Τριχοπούλου ανέφερε ότι η μεσογειακή διατροφή δεν είναι σύγχρονη ανακάλυψη. Οι πρώτες αναφορές γι’ αυτήν χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα και προέρχονται από ξένους περιηγητές.

«Η μεσογειακή διατροφή δεν καταγράφηκε πρώτα από τους ίδιους τους μεσογειακούς λαούς», είπε. «Το 1867 –ή ίσως το 1847, αν θυμάμαι σωστά– ένας Άγγλος περιηγητής, ο Pastry, επισκέφθηκε την Κρήτη και κατέγραψε τη διατροφή των κατοίκων, περιγράφοντάς την ως φυτική και βασισμένη στο ελαιόλαδο».

Πολύ αργότερα, το 1948, «μια επιτροπή από το Ίδρυμα Ροκφέλερ επισκέφθηκε την Ελλάδα, κατόπιν πρόσκλησης του τότε πρωθυπουργού Σοφούλη, για να μελετήσει τη διατροφή των κατοίκων», συνέχισε. «Αντί να βρουν έναν υποσιτισμένο πληθυσμό, όπως ανέμεναν, ανακάλυψαν έναν λαό με εξαιρετικά υγιεινή και βιώσιμη διατροφή».

Οι επιστημονικές μελέτες που περιέγραψαν τα οφέλη της χρονολογούνται ακόμα μεταγενέστερα.

Ο ρόλος της στην κλιματική αλλαγή

Η κυρία Τριχοπούλου ανέφερε ακόμα ότι αρκετά χρόνια τώρα «έχουμε συνάψει συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ για τη διατροφή και την επίδρασή της στην υγεία. Η επιστήμη πρέπει να επικοινωνείται σωστά στην πολιτική, ώστε να διαμορφώνονται τεκμηριωμένες αποφάσεις. Είναι πολύ σημαντικό που συζητάμε αυτά τα θέματα ανοιχτά».

Τέλος, υπογράμμισε ότι η μεσογειακή διατροφή είναι και βιώσιμη – γεγονός εξαιρετικά σημαντικό δοθείσας της κλιματικής αλλαγής.

«Μία από τις εγκυρότερες ιατρικές επιθεωρήσεις, το Lancet, δημοσίευσε μία σημαντική μελέτη. Σε αυτήν, ομάδα καταξιωμένων και αξιόλογων επιστημόνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μεσογειακή διατροφή – η οποία βασίζεται στην ελληνική διατροφή – είναι μία από τις κορυφαίες παγκοσμίως. Επιπλέον, θεωρείται και βιώσιμη, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα σημαντική στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής», κατέληξε η κυρία Τριχοπούλου.

Φωτογραφία: iStock