Αναγνωρισμένο παγκοσμίως ως κορυφαίο το κρητικό κρασί

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Σαράντα δύο χιλιάδες στρέμματα αμπελώνα παράγουν σήμερα το κρητικό κρασί – 300.000 εκατόλιτρα- η ιστορία του οποίου μετρά χιλιάδες χρόνια και συνεχίζει να γράφεται με σημαντικές διακρίσεις, όπως η υποψηφιότητα που έλαβε από τα «Wine Enthusiast Wine Star Awards 2016». Ο αμπελώνας της Κρήτης είναι υποψήφιος στα βραβεία που διοργανώνει κάθε χρόνο το παγκοσμίου φήμης αμερικανικό περιοδικό «Wine Enthusiast» για την Οινική Περιφέρεια της χρονιάς (Wine region of the year).

Το ίδιο βραβείο διεκδικούν η Champagne της Γαλλίας, η Sonoma County της Καλλιφόρνιας (Η.Π.Α.), η Provence της Γαλλίας και η Willamette Valley του Όρεγκον (Η.Π.Α.). Τα αποτελέσματα αναμένεται να ανακοινωθούν τον Δεκέμβριο. «Το γεγονός ότι είμαστε υποψήφιοι σε αυτή την κατηγορία μαζί με τις συγκεκριμένες περιοχές είναι ήδη βράβευση για εμάς», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του δικτύου οινοποιών της Κρήτης, Νίκος Μηλιαράκης.

«Από το 2013 έχουμε ξεκινήσει μια τακτική δραστηριότητα στις ΗΠΑ. Είναι μια αγορά που καταναλώνει πολύ κρασί, είναι ανοιχτή σε νέα πράγματα και το κύμα του ελληνικού κρασιού είχε αρχίσει να σηκώνεται εκεί, οπότε ήταν περισσότερο δεκτικοί σε οτιδήποτε παράγει η Ελλάδα», υπογραμμίζει και συμπληρώνει: «είμαστε κάθε χρόνο, παρόντες με παρουσιάσεις, γευσιγνωσίες. Άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι κάτι γίνεται στην Κρήτη. Έχει πλέον αναγνωριστεί η ιδιαιτερότητα της. Λένε ότι είναι μια περιοχή που είναι μεν άγνωστη, αλλά έχει να δείξει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα σε οινογνώστες και καταναλωτές. Εμπιστευόμενοι, πλέον, ότι το κρασί που παράγει η Κρήτη είναι σταθερά καλό, μπαίνουν στη διαδικασία να το αναδείξουν μέσα από αυτή τη διάκριση».

Το 70% του οίνου που παράγει η Κρήτη πωλείται στο νησί, το 15% στην υπόλοιπη Ελλάδα – κυρίως στην Αθήνα – και το υπόλοιπο 15 % εξάγεται. Η εξαγωγική δραστηριότητα των κρητικών οινοποιών επικεντρώνεται στις ευρωπαϊκές αγορές, όπως Γερμανία, Βέλγιο, Γαλλία, Σερβία, Ολλανδία, Σουηδία αλλά και στις ΗΠΑ. Όπως σημειώνει ο κ Μηλιαράκης: «Μια αγορά που ακόμη δεν έχουμε αγγίξει αλλά είναι στόχος, είναι η αγορά της Αυστραλίας. Είχαμε κάνει κάποιες κινήσεις και στην αγορά της Κίνας αλλά περιορίσαμε λίγο τις δραστηριότητές μας διότι τελικά, εκτιμήσαμε ότι είναι πολύ μεγάλο το κόστος που χρειάζεται για να φανείς εκεί, σε σχέση με το αποτέλεσμα».

Στόχος του δικτύου οινοποιών Κρήτης εκτός από την προώθηση του ελληνικού κρασιού είναι και η προώθηση του οινοτουρισμού. «Περίπου 200 χιλιάδες τουρίστες επισκέπτονται κάθε χρόνο τα οινοποιεία μας και η τάση είναι αυξητική» παρατηρεί ο κ Μηλιαράκης, υπογραμμίζοντας πως «η ενίσχυση του ονόματος του κρητικού κρασιού ενισχύει και το ενδιαφέρον του καταναλωτή για το τουριστικό προϊόν». Αναφερόμενος στο φετινό καλοκαίρι ο κ Μηλιαράκης κάνει λόγο για μια «περίεργη τουριστική σεζόν καθώς τα ξενοδοχεία ήταν γεμάτα, αλλά οι τουρίστες είχαν μικρή καταναλωτική δύναμη. Εξάλλου, η πληρότητα των ξενοδοχείων δεν ενισχύει απαραίτητα την περιφερειακή οικονομία».

Το 70% της οινικής παραγωγής του νησιού γίνεται στο νομό Ηρακλείου, όπου χτυπά η καρδιά της οινοποιίας στην Κρήτη. Εκεί δραστηριοποιούνται τα 22 από τα συνολικά 31 οινοποιεία του νησιού. Σημαντική οινοπαραγωγός περιοχή είναι επίσης η Σητεία, ενώ τα τελευταία χρόνια μεγάλη ανάπτυξη στο συγκεκριμένο τομέα γνωρίζει ο νομός Χανίων.

«Το πιο ισχυρό στοιχείο για τον οίνο στην Κρήτη είναι οι γηγενείς ποικιλίες. Είμαστε τυχεροί που έχουμε τουλάχιστον 11 ποικιλίες αυτόχθονες, που καλλιεργούνται κατά κύριο λόγο ή αποκλειστικά στην Κρήτη. Η βηλάνα, το βιδιανό, το λιάτικο, το κοτσιφάλι, το θραψαθήρι καλ. Η ιστορικότητά τους χαρακτηρίζεται από την Κρήτη. Πάνω σε αυτό πατάμε για να μπορέσουμε να διαφοροποιηθούμε σαν οινοπαραγωγική περιοχή σε σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας ή του υπόλοιπου κόσμου. Τα κρασιά της Κρήτης είναι ιδιαίτερα γιατί προέρχονται από ιδιαίτερες ποικιλίες», λέει ο κ Μηλιαράκης και αποκαλύπτει την πιο διάσημη ποικιλία του νησιού: «Το βιδιανό είναι αυτή τη στιγμή η κρητική ποικιλία που αναδεικνύεται περισσότερο και έχει και τα περισσότερα εχέγγυα για να κάνει μια διεθνή καριέρα. Αυτό αναγνωρίζεται από ειδικούς και μη. Έχει ταυτόχρονα και αρωματικό και γευστικό πλούτο, έχει σώμα. Κάτι που δύσκολα βρίσκεις, δηλαδή τέτοιο συνδυασμό σε τέτοιο επίπεδο, διεθνώς».

Όσο για τη φετινή παραγωγή, ο κ Μηλιαράκης εκτιμά πως «τα πράγματα έχουν κυλήσει πολύ καλά. Είχαμε μια σταθερότητα, παρά το γεγονός της ανομβρίας. Ποιοτικά είμαστε σε πολύ υψηλά επίπεδα, ποσοτικά είμαστε πιο περιορισμένοι απ όσο θα υπολογίζαμε αρχικά». Ο ίδιος, όπως είναι αναμενόμενο, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στο θέμα του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης μιλώντας για ένα «πολλαπλό πρόβλημα». «Δεν είναι μόνο η επιβάρυνση κατά 0,10-015 ευρώ το λίτρο το κρασί. Είναι η γραφειοκρατία. Καταναλώνουμε πολλές εργατοώρες, να καταθέτουμε στο τελωνείο τι παράγουμε, τι εμφιαλώνουμε, τι πουλάμε, πόσο το πουλάμε… Υπάρχει, επίσης, απίστευτο ταμειακό πρόβλημα, διότι ο ΦΠΑ που προκύπτει από αυτά τα οποία πρέπει να καταθέτουμε κάθε μήνα στο τελωνείο, δεν συμψηφίζεται με τον ΦΠΑ που πάει στην εφορία, οπότε ένα οινοποιείο που έχει μια εξαγωγική δραστηριότητα, μπορεί να κάνει πιστωτικό 15-20 χιλιάδες ευρώ ΦΠΑ στην εφορία, και από την άλλη, στο τελωνείο να πρέπει να πληρώσει 10 χιλιάδες ευρώ. Από τις αρχές Ιανουαρίου μας βάλανε μια υποχρέωση ότι κάθε τέλος του μήνα εμείς πρέπει να πάμε να πληρώσουμε 6,7,10,15 χιλιάδες ευρώ μετρητά στο τελωνείο. Σε αυτή την περίοδο που διανύουμε , τέτοια ταμειακή επιβάρυνση είναι εξαιρετικά σημαντική. Εξάλλου, όπου μπαίνει φόρος και τέτοια επιβάρυνση αυξάνεται η παραοικονομία. Χάνει όλο το ΦΠΑ από τα προϊόντα που κυκλοφορούν χωρίς παραστατικά. Τα έσοδα που προϋπολογίζει το κράτος από αυτή την ενέργεια, δεν μπορεί να τα συγκεντρώσει. Είναι πολύ λιγότερα αυτά που καταφέρνει να εισπράξει».