Πολλά τα οφέλη από τη ρομποτικά υποβοηθούμενη λαπαροσκοπική υστερεκτομή

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
«Μια επέμβαση υψηλού ψυχολογικού φορτίου και άγχους για τη γυναίκα, όπως είναι η ανάγκη ριζικής υστερεκτομής, δημιουργεί μια επιπλέον ευθύνη για τον εξειδικευμένο γυναικολόγο-ογκολόγο, στην προσπάθεια πέραν της επίτευξης σωστού ογκολογικού αποτελέσματος να επιδιώξει και μία άριστη μετεγχειρητική πορεία».

«Αυτό», εξηγεί ο Δρ. Γιώργος-Μάριος Μακρής, Ειδικός Γυναικολόγος-Ογκολόγος MD, PhD, MSc, πιστοποιημένος από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Γυναικολόγων Ογκολόγων (ESGO) και Διευθυντής Γυναικολόγος στην Ευρωκλινική Αθηνών «μπορεί να επιτευχθεί με τη ρομποτικά υποβοηθούμενη λαπαροσκοπική υστερεκτομή, η οποία πέραν των άλλων πλεονεκτημάτων της δεν απαιτεί τομή, έχει γρηγορότερη ανάρρωση και λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο».

Τα ιατρικά πλεονεκτήματα της μεθόδου, η οποία καθιερώνεται πλέον ως η ενδεδειγμένη επέμβαση για τον καρκίνο της μήτρας, όπως συστήνει το Εθνικό Διεπιστημονικό Ογκολογικό Δίκτυο των ΗΠΑ στην τελευταία πρόσφατη έκδοση των κατευθυντήριων οδηγιών του, περιλαμβάνουν τις λιγότερες επιπλοκές, το μικρότερο ποσοστό μετεγχειρητικών μολύνσεων, μικρότερη απώλεια αίματος και ελαχιστοποίηση των θρομβοεμβολικών επεισοδίων, χωρίς φυσικά να παραγνωρίζεται και η μικρότερη οικονομική επιβάρυνση για την ασθενή, λόγω του αισθητά μικρότερου χρόνου νοσηλείας και ταχύτερης επιστροφής στην καθημερινότητα.

«Η εξέλιξη της τεχνολογίας σε ότι αφορά τη ρομποτική χειρουργική επιτρέπει τους πλέον λεπτούς χειρισμούς στη διάρκεια της ριζικής υστερεκτομής, μέσω ελάχιστων οπών στην κοιλιακή χώρα, ενώ και η διεύρυνση της ρομποτικής τεχνολογία θα συμβάλλει στην ακόμα μεγαλύτερη ογκολογική αποτελεσματικότητα της βαρείας αυτής επέμβασης», προσθέτει ο Δρ. Μακρής.

Όπως διευκρινίζει, «αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία της ρομποτικής- λαπαροσκοπικής υστερεκτομής αποτελεί η ύπαρξη σημαντικής εμπειρίας του ιατρού στις γυναικολογικές ογκολογικές επεμβάσεις, αλλά και ο υψηλός δείκτης γνώσης και εμπειρίας τόσο στα «ανοιχτά» όσο και στα λαπαροσκοπικά χειρουργεία».