Προστάτης: Τι μπορεί να σημαίνει το αυξημένο PSA, εκτός από καρκίνο

  • Ρούλα Τσουλέα
PSA
Το PSA δεν αυξάνεται μόνο σε περίπτωση καρκίνου του προστάτη. Μπορεί να το αυξήσουν και άλλες παθήσεις, καθώς και ιατρικές πράξεις, το σεξ ή ακόμα και η γυμναστική.

Η αύξηση του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) στο αίμα των ανδρών μπορεί να αποτελεί την πρώτη ένδειξη καρκίνου στον προστάτη. Ωστόσο υπάρχουν και πολλές άλλες καταστάσεις ή διαταραχές που αυξάνουν τα επίπεδά του.

«Το ειδικό προστατικό αντιγόνο είναι μία πρωτεΐνη. Παράγεται από ορισμένα κύτταρα του προστάτη και εκκρίνεται στο σπέρμα, για να το υγροποιήσει μετά την εκσπερμάτιση», εξηγεί ο χειρουργός-ουρολόγος Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας. «Παρότι όμως η μεγαλύτερη ποσότητα αυτής της πρωτεΐνης αποβάλλεται με το σπέρμα, μικρή ποσότητά της διαφεύγει στο αίμα. Αυτή την ποσότητα ανιχνεύει η εξέταση PSA, η οποία χρησιμοποιείται για τη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη».

Ωστόσο τα αυξημένα επίπεδα του PSA δεν σημαίνουν πάντοτε ότι ένας άνδρας έχει καρκίνο. «Το PSA θεωρείται ένας καρκινικός δείκτης. Ωστόσο ένας από τους μεγάλους περιορισμούς του είναι η έλλειψη ειδικότητας (specificity)», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Αυτό σημαίνει πως δεν αυξάνεται ειδικά στον καρκίνο του προστάτη, αλλά και σε πολλές άλλες καταστάσεις που διεγείρουν τον προστατικό αδένα. Είναι όμως γνωστό ότι στον  καρκίνο του προστάτη εκκρίνεται δεκαπλάσια ποσότητα PSA στο αίμα, σε σχέση με αυτήν της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη».

Ο ρόλος της ηλικίας

Ένας από τους παράγοντες που αυξάνουν το PSA είναι η ηλικία. Ακόμα κι αν ένας άνδρας δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα με τον προστάτη του, το PSA μπορεί να αυξάνεται με το πέρασμα του χρόνου.

Αιτία γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι προοδευτικά αυξάνεται ο όγκος του προστάτη και έτσι παράγει περισσότερο προστατικό αντιγόνο. Σε γενικές γραμμές, παρατηρούνται χαμηλότερα επίπεδα του προστατικού αντιγόνου στους νεότερους άνδρες και υψηλότερα στους πιο ηλικιωμένους.

Η ηλικιακή αύξηση του προστατικού αντιγόνου είναι ο λόγος για τον οποίο έχει προταθεί να προσαρμόζονται οι φυσιολογικές τιμές του PSA ανάλογα με την ηλικία, ως εξής:

  • 40-49 ετών = 0 έως 2,5 ng/ml
  • 50-59 ετών = 0 έως  4 ng/ml
  • 60-69 ετών = 0 έως 4,5 ng/ml
  • Άνω των 70 ετών = 0 έως 6,5 ng/ml

Ωστόσο «η χρησιμότητα των τιμών αυτών δεν είναι καλά τεκμηριωμένη», διευκρινίζει ο κ. Πούλιας. «Γι’ αυτό τον λόγο οι περισσότεροι γιατροί και επιστημονικοί οργανισμοί, όπως η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS), δεν συνιστούν τη χρήση τους αυτή τη στιγμή. Αυτό στο οποίο υπάρχει συμφωνία είναι ότι σπάνια υπάρχει καρκίνος του προστάτη όταν ο άνδρας έχει PSA κάτω από 4 ng/ml. Αν το PSA κυμαίνεται μεταξύ 4 και 10 ng/ml, υπάρχουν μία στις τέσσερις πιθανότητες για καρκίνο του προστάτη. Πάνω από 10 ng/ml, οι πιθανότητες για καρκίνο είναι περίπου μία στις δύο».

Με άλλα λόγια, οι πιθανότητες να ΜΗΝ έχει ένας άνδρας καρκίνο του προστάτη είναι:

  • Τρεις στις τέσσερις όταν το PSA είναι 4-10 ng/ml
  • Μία στις δύο όταν είναι πάνω από 10 ng/ml

Οι καλοήθεις παθήσεις του προστάτη

Τα επίπεδα του PSA μπορεί να αυξήσουν και οι καλοήθεις παθήσεις του προστάτη: η καλοήθης υπερπλασία και η προστατίτιδα.

Η προστατίτιδα είναι το πιο συχνό προστατικό πρόβλημα στους άνδρες ηλικίας κάτω των 50 ετών. Είναι φλεγμονή στον προστάτη αδένα. Μπορεί να προκληθεί από βακτήρια ή άλλα παθογόνα. Αν οφείλεται σε βακτήρια αντιμετωπίζεται με αντιβιοτική αγωγή. Η αντιμετώπιση της μη-βακτηριακής προστατίτιδας είναι πιο πολύπλοκη.

Στους άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών, η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη είναι συχνή αιτία του αυξημένου PSA. Πρόκειται για την μη-καρκινική διόγκωση του αδένα που οι άνδρες συνήθως αποκαλούν ως «έχω προστάτη». Η υπερπλασία αυτή είναι η συχνότερη αιτία διαταραχών της ούρησης στην μέση και ιδίως στην τρίτη ηλικία.

Ιατρικές πράξεις που διεγείρουν τον προστάτη

Το PSA μπορεί επίσης να αυξηθεί και έπειτα από διέγερση του προστάτη λόγω κάποιας ιατρικής πράξης. «Οτιδήποτε επηρεάσει τραυματικά τις δομές γύρω από τον προστάτη αδένα, μπορεί να προκαλέσει αύξησή του», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τοποθέτηση καθετήρα στην ουροδόχο κύστη. Επειδή η κύστη βρίσκεται γύρω από τον προστάτη, μπορεί να προκαλέσει σημαντική αύξηση του PSA».

Άλλες ιατρικές πράξεις που μπορεί να αυξήσουν το PSA είναι η κυστεοσκόπηση, η βιοψία προστάτου, η δακτυλική εξέταση του προστάτη κ.λπ. Η αύξηση του ειδικού προστατικού αντιγόνου είναι ο λόγος για τον οποίο συνιστάται στους άνδρες που υποβάλλονται σε τέτοιες εξετάσεις να περιμένουν τουλάχιστον 2-3 εβδομάδες πριν κάνουν μέτρηση του PSA. Στο μεσοδιάστημα, το τραύμα λογικά θα επουλωθεί και το αντιγόνο θα έχει επιστρέψει στα μη-τραυματικά επίπεδα.

Ουρολοιμώξεις και εκσπερμάτιση

Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν το PSA. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονται οι ουρολοιμώξεις και η εκσπερμάτιση.

Οι ουρολοιμώξεις μπορεί να προκαλέσουν ερεθισμό και φλεγμονή στα κύτταρα του προστάτη. Αντίστοιχα, η εκσπερμάτιση συνήθως προκαλεί ήπια αύξηση του PSA που υποχωρεί σε λίγες μέρες.

Οι επιπτώσεις της εκσπερμάτισης στο PSA είναι ο λόγος για τον οποίο συνιστάται στους άνδρες να αποφεύγουν το σεξ επί τουλάχιστον 1-2 ημέρες πριν κάνουν την εξέτασή του.

Η γυμναστική

Πρόβλημα μπορεί να αποτελέσει και η έντονη γυμναστική (όπως το τρέξιμο) 1-2 ημέρες πριν από την εξέταση. Ακόμα και η ποδηλασία μπορεί να διεγείρει τον προστάτη, οδηγώντας σε ένα ψευδώς θετικό αποτέλεσμα του PSA. Ωστόσο η άσκηση πρέπει να είναι παρατεταμένη και πολύ έντονη για να έχει αυτή την επίπτωση. Για καλό και για κακό, όμως, συνιστάται στους άνδρες να αποφεύγουν και την σκληρή προπόνηση 1-2 ημέρες πριν υποβληθούν σε εξέταση του ειδικού προστατικού αντιγόνου.

Ακόμα και η κατακράτηση ούρων, τα υψηλά επίπεδα παραθυρεοειδικής ορμόνης (PTH) ή ένα κτύπημα στη βουβωνική χώρα λόγω π.χ. πτώσης ή ατυχήματος μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του PSA.

Τι πρέπει να κάνουν οι άνδρες

Για όλους αυτούς τους λόγους «κάθε άνδρας που έχει αυξημένο PSA δεν πρέπει αυτομάτως να πιστεύει ότι έχει καρκίνο», τονίζει ο κ. Πούλιας. «Οι πιθανές αιτίες είναι πολλές και ο καρκίνος είναι μία από αυτές. Ο γιατρός θα αξιολογήσει το αποτέλεσμα της εξέτασης σε συνδυασμό με άλλες παραμέτρους και θα αποφασίσει αν απαιτείται θεραπεία ή περαιτέρω έλεγχος. Όποια κι αν είναι η αιτία, στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς».