Πώς επηρεάζουν τον κίνδυνο καρκίνου η σεμαγλουτίδη και οι άλλοι αγωνιστές του GLP-1
Τα τελευταία χρόνια, τα νέα φάρμακα για τον διαβήτη τύπου 2 και την απώλεια βάρους (οι αγωνιστές των υποδοχέων GLP-1) έχουν βρεθεί στο επίκεντρο του επιστημονικού και δημόσιου ενδιαφέροντος.
Φάρμακα όπως η σεμαγλουτίδη και η λιραγλουτίδη χρησιμοποιούνται ευρέως για τη θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, αλλά και για τη διαχείριση του σωματικού βάρους σε άτομα με υπερβάλλον βάρος ή παχυσαρκία.
Καθώς η χρήση τους αυξάνεται ραγδαία, έχουν προκύψει εύλογα ερωτήματα για την μακροχρόνια ασφάλειά τους, ιδίως για το αν επηρεάζουν τον κίνδυνο αναπτύξεως καρκίνου.
Προγενέστερες μελέτες παρατήρησης είχαν υποδηλώσει ότι τα φάρμακα αυτά ενδέχεται:
- Είτε να αυξάνουν τον κίνδυνο συγκεκριμένων μορφών καρκίνου, όπως του θυρεοειδούς και του παγκρέατος
- Είτε να παρέχουν προστασία έναντι ορισμένων καρκίνων που σχετίζονται με την παχυσαρκία
Η εικόνα, όμως, παρέμενε θολή, διότι τα δεδομένα δεν ήταν ομοιογενή και βασίζονταν κυρίως σε μη τυχαιοποιημένες μελέτες.
Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερη σημασία αποκτά πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Annals of Internal Medicine.
Η μελέτη αυτή αποτελεί μέχρι σήμερα την πιο ολοκληρωμένη και αυστηρά σχεδιασμένη προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον επηρεάζουν τα εν λόγω φάρμακα τον κίνδυνο καρκίνου, αναφέρουν η Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, καθηγήτρια Θεραπευτικής, Επιδημιολογίας & Προληπτικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, η βιολόγος Αλεξάνδρα Σταυροπούλου και ο Θάνος Δημόπουλος, τ. πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Θεραπευτικής, Ογκολογίας & Αιματολογίας, διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο Αλεξάνδρα.
Η ανάλυση
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 48 τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο κλινικές μελέτες, που συμπεριέλαβαν συνολικώς 94.245 εθελοντές. Στις μελέτες αυτές είχε εξετασθεί ευρύ φάσμα καρκίνων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν οι κακοήθεις όγκοι:
- Του θυρεοειδούς
- Του παγκρέατος
- Του μαστού
- Του παχέος εντέρου
- Του στομάχου
- Του ήπατος
- Των νεφρών
- Των ωοθηκών
- Του ενδομητρίου
Είχε επίσης εξετασθεί αν τα φάρμακα επηρεάζουν τον κίνδυνο για σπανιότερες κακοήθεις νόσους, όπως το πολλαπλούν μυέλωμα και το μηνιγγίωμα.
Τα ευρήματα
Σύμφωνα με την ανάλυση, τα φάρμακα αυτά φαίνεται να έχουν μικρή ή μηδενική επίδραση στον κίνδυνο αναπτύξεως καρκίνων που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Για τους πιο συχνούς και κλινικά σημαντικούς καρκίνους (λ.χ. του θυρεοειδούς, του παγκρέατος, του μαστού, των νεφρών) δεν διαπιστώθηκε ούτε αύξηση ούτε μείωση του κινδύνου σε στατιστικά σημαντικό βαθμό.
Στον καρκίνο του θυρεοειδούς, λ.χ., η ανάλυση έδειξε ότι το εύρος της δυνητικής συσχέτισης των αγωνιστών του GLP-1 με τον καρκίνο κυμαινόταν από 1 περιστατικό λιγότερο έως 9 περιστατικά περισσότερα ανά 10.000 άτομα που τα λαμβάνουν. Η διακύμανση αυτή θεωρείται μικρή και κλινικά μη καθοριστική, τονίζουν οι ειδικοί.
Αντίστοιχα, για τον καρκίνο του παγκρέατος το εύρος κυμαινόταν από 9 λιγότερες έως 6 περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου ανά 10.000 ασθενείς.
Τα δεδομένα έδειξαν επίσης ότι τα φάρμακα είχαν ελάχιστη ή καμία επίδραση, αν και με χαμηλότερο βαθμό βεβαιότητας, και σε άλλους τύπους καρκίνου, όπως αυτοί:
- Του παχέος εντέρου
- Του ήπατος
- Της χοληδόχου κύστης
- Των ωοθηκών
- Του ενδομητρίου
Μόνο για τον καρκίνο του στομάχου τα αποτελέσματα χαρακτηρίστηκαν «πολύ αβέβαια», λόγω διαφορών και περιορισμών στα διαθέσιμα δεδομένα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τα αποτελέσματα ήταν συνεπή, ανεξάρτητα από:
- Το είδος του φαρμάκου που λάμβαναν οι συμμετέχοντες (π.χ. σεμαγλουτίδη ή τιρζεπατίδη)
- Τη δόση
- Τη διάρκεια δράσης
- Την απώλεια βάρους
- Τη διάρκεια παρακολούθησης των ασθενών
Το γεγονός αυτό ενισχύει την αξιοπιστία των συμπερασμάτων, επισημαίνουν οι Έλληνες ειδικοί.
Απαιτούνται μακροχρόνιες μελέτες
Οι ίδιοι οι ερευνητές επισημαίνουν, ωστόσο, ότι οι περισσότερες από τις κλινικές μελέτες δεν είχαν σχεδιαστεί ειδικά για να ανιχνεύσουν την εμφάνιση καρκίνου. Επιπλέον, είχαν σχετικά σύντομη διάρκεια παρακολούθησης. Για τον λόγο αυτό, τονίζουν την ανάγκη για μακροχρόνιες μελέτες που θα μπορέσουν να αποσαφηνίσουν πλήρως τυχόν μακροπρόθεσμους κινδύνους ή οφέλη.
Συμπερασματικά, τα νέα φάρμακα για τον διαβήτη τύπου 2 και την απώλεια βάρους φαίνεται να είναι ογκολογικά ασφαλή. Δεν αυξάνουν, αλλά ούτε μειώνουν σημαντικά, τον κίνδυνο καρκίνου που σχετίζεται με την παχυσαρκία.
Τα ευρήματα αυτά προσφέρουν σημαντική εξασφάλιση στους ασθενείς και στους επαγγελματίες Υγείας, σε μια περίοδο που τα φάρμακα αυτά παίζουν ολοένα μεγαλύτερο ρόλο στη σύγχρονη θεραπευτική, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Σε πρακτικό επίπεδο, τα ευρήματα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία για εκατομμύρια ανθρώπους που λαμβάνουν ήδη αγωνιστές των υποδοχέων GLP-1 ή σκέφτονται να αρχίσουν τη συγκεκριμένη θεραπεία. Ο φόβος για πιθανές σοβαρές παρενέργειες, όπως ο καρκίνος, αποτελεί συχνά βασικό λόγο δισταγμού ή διακοπής της αγωγής. Τα νέα δεδομένα, ωστόσο, δείχνουν ότι τέτοιοι φόβοι δεν επιβεβαιώνονται από τις πιο αξιόπιστες διαθέσιμες κλινικές μελέτες.
Εν τούτοις, τα φάρμακα αυτά δεν πρέπει να θεωρούνται «μαγική λύση». Η απώλεια βάρους και η βελτίωση του μεταβολικού προφίλ μπορούν να συμβάλουν συνολικά στη μείωση του κινδύνου χρόνιων νοσημάτων. Δεν υποκαθιστούν όμως έναν υγιεινό τρόπο ζωής, τη σωστή διατροφή και τη σωματική άσκηση.
«Η φαρμακευτική αγωγή πρέπει πάντοτε να εντάσσεται σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο φροντίδας, με ιατρική παρακολούθηση και εξατομικευμένη αξιολόγηση του οφέλους και των πιθανών κινδύνων για κάθε ασθενή», καταλήγουν οι επιστήμονες.
Φωτογραφία: iStock




