Νόσος Pompe: Ερευνητικό φάρμακο βελτιώνει την αναπνοή των ασθενών

  • Ρούλα Τσουλέα
νόσος Pompe
Το φάρμακο λέγεται avalglucosidase alfa και είναι μία νέας γενιάς θεραπεία ενζυμικής αποκατάστασης. Η νόσος Pompe είναι σπάνια, κληρονομική ασθένεια που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ή υπολειτουργία ενός βασικού ενζύμου.

Μία νέα θεραπεία ενζυμικής υποκατάστασης μπορεί να βελτιώνει σημαντικά τη δύναμη των αναπνευστικών μυών και την κινητικότητα παιδιών και ενηλίκων με όψιμης έναρξης νόσο Pompe, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Η θεραπεία, που είναι ακόμα ερευνητική (πειραματική), λέγεται  avalglucosidase alfa. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλειά της αξιολογήθηκαν σε μελέτη με 100 ασθενείς, ηλικίας 3 ετών και άνω. Συνολικά συμμετείχαν 56 ερευνητικά κέντρα, από 20 χώρες του κόσμου.

Η νόσος Pompe προκαλείται από μεταλλάξεις ενός γονιδίου που λέγεται GAA. Οι μεταλλάξεις αυτές έχουν ως συνέπεια να μειώνεται η παραγωγή της άλφα-γλυκοσιδάσης (GAA). Η GAA είναι ένα ένζυμο υπεύθυνο για την διάσπαση ενός μορίου (πολυσακχαρίτης) που λέγεται γλυκογόνο.

Χωρίς το ένζυμο GAA, το γλυκογόνο συσσωρεύεται σε τοξικά επίπεδα μέσα στα κύτταρα. Αυτό έχει ως συνέπεια να διαταράσσει ορισμένα όργανα και συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των αναπνευστικών και κινητικών μυών. Δίχως θεραπεία, η νόσος προκαλεί προοδευτική, μη αναστρέψιμη βλάβη των μυών.

Η νόσος Pompe αντιμετωπίζεται με θεραπείες ενζυμικής υποκατάστασης. Οι θεραπείες αυτές τροφοδοτούν τους ασθενείς με το ένζυμο που τους λείπει. Το avalglucosidase alfa είναι νέας γενιάς θεραπεία ενζυμικής υποκατάστασης.

Η νέα μελέτη

Τα νέα ευρήματα παρουσιάσθηκαν σε επιστημονική εκδήλωση που διοργάνωσε η παρασκευάστρια εταιρεία του φαρμάκου. Αρχικά επρόκειτο να ανακοινωθούν στο Διεθνές Συνέδριο Νευρομυϊκών Ασθενειών (ICNMD), στην Βαλένθια της Ισπανίας. Ωστόσο το συνέδριο αναβλήθηκε για το 2021, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.

Όπως εξήγησε ο επικεφαλής ερευνητής Dr Jordi Diaz-Manera, οι ασθενείς της νέας μελέτης χωρίσθηκαν τυχαία σε δύο ομάδες. Ανά δύο εβδομάδες, γινόταν σε κάθε ομάδα έγχυση είτε με την καθιερωμένη θεραπεία είτε με την avalglucosidase alfa.

Έπειτα από 49 εβδομάδες θεραπείας, το ερευνητικό φάρμακο άρχισε να χορηγείται και στους ασθενείς που λάμβαναν την καθιερωμένη θεραπεία. Αυτή η δεύτερη φάση έχει προγραμματιστεί να διαρκέσει συνολικά 240 εβδομάδες (σχεδόν 4,5 χρόνια).

Οι στόχοι

Κύριος στόχος της μελέτης ήταν να εξακριβωθεί η δράση της avalglucosidase alfa στους αναπνευστικούς μυς των ασθενών. Αυτό αξιολογήθηκε με βάση την ποσοστιαία μεταβολή σε έναν δείκτη που λέγεται βιαίως εκπνεόμενη ζωτική χωρητικότητα (FVC).

Η FVC ουσιαστικά μετρά τον όγκο του αέρα που μπορεί να εκπνεύσει ένα άτομο, μετά από μια βαθιά εισπνοή. Η εξέταση γίνεται με τον ασθενή σε όρθια θέση.

Για να θεωρηθεί επιτυχημένο το ερευνητικό φάρμακο έπρεπε να είναι καλύτερο ή τουλάχιστον εφάμιλλο με την καθιερωμένη φαρμακευτική αγωγή.

Δευτερεύοντες στόχοι της μελέτης ήταν να αξιολογηθούν οι επιδράσεις της avalglucosidase alfa:

  • Στην κινητικότητα. Αξιολογήθηκε με βάση ένα τεστ βαδίσεως διαρκείας 6 λεπτών (6MWT). Μετρά την απόσταση που διανύει ο ασθενής κατ’ αυτό το χρονικό διάστημα.
  • Στην μυϊκή δύναμη (των αναπνευστικών μυών και των μυών των ποδιών)
  • Στην μυϊκή λειτουργικότητα
  • Στην σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής

Η μελέτη αξιολόγησε επίσης την ασφάλεια του ερευνητικού φαρμάκου.

Τα αποτελέσματα

Συνολικά 95 ασθενείς ολοκληρώθηκαν τις πρώτες 49 εβδομάδες της μελέτης και μπήκαν στο επόμενο σκέλος της. Τα αποτελέσματα του πρώτου σκέλους έδειξαν ότι το  avalglucosidase alfa πέτυχε τον κύριο στόχο της αναπνευστικής βελτίωσης.

Ειδικότερα, στους ασθενείς που λάμβαναν το ερευνητικό φάρμακο, η βιαίως εκπνεόμενη ζωτική χωρητικότητα (FVC) ήταν βελτιωμένη κατά 2,43 μονάδες περισσότερες απ’ ό,τι με την καθιερωμένη θεραπεία.

Παρατηρήθηκε επίσης σημαντικό όφελος στην κινητικότητα των ασθενών. Όσοι έλαβαν το ερευνητικό φάρμακο διέσχιζαν σε 6 λεπτά 30 μέτρα περισσότερα απ’ ό,τι όσοι λάμβαναν την καθιερωμένη θεραπεία. Όσον αφορά το προφίλ ασφαλείας της avalglucosidase alfa, ήταν εφάμιλλο με εκείνο της καθιερωμένης θεραπείας.

«Η νόσος Pompe μπορεί να είναι εξουθενωτική, καθώς προκαλεί προοδευτική μυϊκή αδυναμία», είπε ο Dr Diaz-Manera, ο οποίος είναι καθηγητής Νευρομυϊκών Διαταραχών, Μεταγραφικής Ιατρικής & Γενετικής στο Πανεπιστήμιο του Νιούκασλ. «Τα ευρήματα από τη μελέτη Φάσης 3 είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Προστίθενται στο αυξανόμενο σύνολο κλινικών δεδομένων που καταδεικνύουν τη δυνατότητα της avalglucosidase alfa να αποτελέσει νέα θεραπευτική επιλογή για την αντιμετώπιση των κλασικών συμπτωμάτων της νόσου Pompe».

Τα νέα ευρήματα θα αποτελέσουν την βάση για την αίτηση έγκρισης, που προγραμματίζει να καταθέσει αργότερα εφέτος στις ρυθμιστικές Αρχές η παρασκευάστρια εταιρεία του φαρμάκου, Sanofi Genzyme.

Τι είναι η νόσος Pompe

Σύμφωνα με την αμερικανική Εθνική Βιβλιοθήκη Ιατρικής (NLM), η νόσος Pompe είναι μία σπάνια κληρονομική ασθένεια. Υπολογίζεται ότι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από αυτήν 10.000 άνθρωποι, που έχουν γεννηθεί με ανεπάρκεια ή δυσλειτουργία του ενζύμου GAA.

Η ασθένεια συνήθως ταξινομείται σε τρεις κατηγορίες, αναλόγως με την ηλικία εκδήλωσης και τη σοβαρότητά της. Οι κατηγορίες αυτές είναι:

  • Η κλασική βρεφική νόσος Pompe (IOPD). Οι ασθενείς εκδηλώνουν συμπτώματα μέσα στους πρώτους μήνες της ζωής. Χωρίς θεραπεία οδηγεί στον θάνατο από καρδιακή ανεπάρκεια, μέσα στον πρώτο χρόνο ζωής.
  • Η μη-κλασική βρεφική νόσος Pompe. Εκδηλώνεται μέσα στους πρώτους 12 μήνες της ζωής. Χαρακτηρίζεται από σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα και έχει φτωχό προσδόκιμο επιβίωσης.
  • Η νόσος Pompe όψιμης έναρξης (LOPD). Κατ’ αυτήν, οι ασθενείς εκδηλώνουν τη νόσο οποιαδήποτε στιγμή στην παιδική, εφηβική ή ενήλικη ζωή. Είναι πιο ήπια από τις βρεφικές μορφές. Είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσει καρδιολογικές επιπλοκές.

Τα κλασικά συμπτώματα της νόσου Pompe είναι μειωμένη αναπνευστική λειτουργία και αδυναμία των σκελετικών μυών. Είναι επίσης σύνηθες να επηρεάζεται η καρδιακή λειτουργία.

Η αδυναμία των κινητικών μυών συχνά οδηγεί σε μειωμένη κινητικότητα. Οι ασθενείς συχνά χρειάζονται αναπηρικό αμαξίδιο για τις μετακινήσεις τους. Ενδέχεται επίσης να χρειασθούν μηχανική  υποστήριξη της αναπνοής. Η αναπνευστική ανεπάρκεια αποτελεί την πιο συνηθισμένη αιτία θανάτου.