Ενδοκρινολογία και διαιτολογία «συνομιλούν» για την κύηση αποκλειστικά στο iatropedia

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Η κύηση είναι μια μοναδική περιπέτεια για τον γυναικείο οργανισμό που μπορεί να έχει εύκολο, ανεμπόδιστο "ταξίδι" ή και να μείνει αξέχαστη για τις αγωνίες και τις δυσκολίες που θα αντιμετωπιστούν. Δύο ειδικοί, η κάθε μία από την δική της επιστημονική σκοπιά, δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τα κιλά, τη διατροφή, τα θρεπτικά συστατικά, το μεταβολισμό και άλλες παραμέτρους που επηρεάζουν την υγεία της γυναίκας!

Η δρ Σταυρούλα Πάσχου, MD, PhD, Ενδοκρινολόγος-Διαβητολόγος και η κ. Ελένη Κουή, MSc, RD, Διαιτολόγος-Παιδοδιαιτολόγος απαντούν στο Iatropedia για όλα όσα αφορούν στη σωστή προετοιμασία και παρακολούθηση που αξίζει να έχει κάθε γυναίκα στην καθοριστική περίοδο της κύησης από διαιτολογικής και ενδοκρινολογικής σκοπιάς.

Κα Κουή, ποια είναι τα ιδανικά κιλά που πρέπει να λαμβάνει μια έγκυος;

Η προτεινομένη πρόσληψη βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εξαρτάται από το Δείκτη Μάζας Σώματος της γυναίκας κατά την έναρξη της κύησης. Ο ΔΜΣ υπολογίζεται ως το κλάσμα του βάρους (kg) διά το ύψος (m) στο τετράγωνο: kg/m2. Με απλά λόγια, όταν μία γυναίκα ξεκινάει με χαμηλό σωματικό βάρος την εγκυμοσύνη της (ΔΜΣ < 19.8 kg/m2), τότε η προτεινόμενη αύξηση βάρους είναι 12.5 – 18 kg ή αλλιώς 0.49 kg την εβδομάδα στο 2ο και 3ο τρίμηνο. Στην περίπτωση ΔΜΣ σε σχετικά φυσιολογικά όρια προ εγκυμοσύνης (ΔΜΣ 19.8 – 26 kg/m2) το επιθυμητό βάρος πρόσληψης είναι 11.2 – 15.7 kg σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή 0.44 kg την εβδομάδα στο 2ο και 3ο τρίμηνο. Στην περίπτωση που η γυναίκα ξεκινάει την εγκυμοσύνη με αυξημένο σωματικό βάρος (ΔΜΣ > 26 kg/m2), οι επίσημες οδηγίες είναι η συνολική αύξηση βάρους να μην ξεπερνάει τα 6.7 – 11.2 kg ή 0.3 kg την εβδομάδα στο 2ο και 3ο τρίμηνο.

Σχετικά με τα θρεπτικά συστατικά που πρέπει να λαμβάνει;

Κατ’ αρχάς, είναι πολύ σημαντική η σωστή κατανομή πρόσληψης των προσλαμβανόμενων θερμίδων και από τις 3 βασικές ομαδες τροφίμων. Συνοπτικά, πρέπει να προέρχονται 50% από Υδατάνθρακες, 20% από Πρωτείνες και 30% από Λιπαρά.  Επιπρόσθετα, είναι αυξημένες οι ανάγκες για συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά, όπως ο σίδηρος και το φυλλικό οξύ. Οι καλύτερες διαιτητικές πηγές σιδήρου είναι το κόκκινο κρέας, το συκώτι, τα πουλερικά, τα ψάρια και τα αυγά. Ενώ του φυλλικού οξέως, το σπανάκι, τα άσπρα φασόλια, τα ρεβύθια, το μπρόκολο, το λάχανο και το κουνουπίδι.

Κα Πάσχου, από ενδοκρινολογικής σκοπιάς τι πρέπει να ελέγχουμε;

Γυναίκες που βρίσκονται ή προετοιμάζονται για εγκυμοσύνη θα πρέπει να ελέγχονται από ενδοκρινολογικής σκοπιάς για: α) τη θυρεοειδική λειτουργία, β) τα επιπέδα γλυκόζης και γ) τις συγκεντρώσεις βιταμίνης D. Ευτυχώς στη χώρα μας έχουμε κατά κανόνα εξαίρετους συναδέλφους Μαιευτήρες που συμπεριλαμβάνουν στις εξετάσεις ρουτίνας τον έλεγχο αυτό.

Πείτε μας για τον έλεγχο της θυρεοειδικής λειτουργίας

Για τον έλεγχο της θυρεοειδικής λειτουργίας πρέπει να γίνεται μέτρηση της TSH, μιας ορμόνης που παράγεται από την υπόφυση και ρυθμίζει την έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών από το θυρεοειδή αδένα. Στην περίπτωση της κύησης, επιθυμητές τιμές είναι < 2.5 μIU/ml. Αν ανευρεθούν υψηλότερες τιμές, είναι απαραίτητη η θεραπεία με εξωγενή χορήγηση θυροξίνης. Η πιο συχνή αιτία είναι η παρουσία υποκλινικού ή κλινικού υποθυρεοειδισμού λόγω συνήθως αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας Hashimoto. Η πλήρης διερεύνηση που αφορά στη μητέρα και μόνο μπορεί να γίνει και μετά το πέρας της εγκυμοσύνης, το καίριο και σημαντικό ζήτημα είναι να μην παρέλθει η κρίσιμη περίοδος της ανάπτυξης του εμβρύου χωρίς τις κατάλληλες συγκεντρώσεις θυροξίνης.

Σχετικά με τον έλεγχο του μεταβολισμού της γλυκόζης;

Κατά την αρχική επίσκεψη κάθε εγκύου στον ιατρό της πρέπει να πραγματοποιείται μέτρηση γλυκόζης νηστείας και γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1C). Αν διαπιστωθεί γλυκόζη > 126 mg/dl, θεωρείται ότι προϋπήρχε Σακχαρώδης Διαβήτης. Αν η γλυκόζη είναι ≥ 92 mg/dl, αλλά < 126 mg/dl, διαγιγνώσκεται άμεσα Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης. Αν η γλυκόζη είναι < 92 mg/dl, προγραμματίζεται διενέργεια δοκιμασίας φόρτισης μεταξύ 26ης και 28ης εβδομάδος της κύησης σε όλες τις εγκύους με λήψη 75 gr γλυκόζης από του στόματος και μέτρηση γλυκόζης αίματος προ, 60΄ και 120΄ μετά τη λήψη της γλυκόζης. Όταν έστω και μία τιμή είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα παρακάτω αναφερόμενα όρια, διαγιγνώσκεται Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης: Γλυκόζη νηστείας: 92 mg/dl, 60΄: 180 mg/dl, 120΄:153 mg/dl. Ο ακρογωνιαίος λίθος της αντιμετώπισης του Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης είναι η υγιεινοδιαιτητική αγωγή.

Κα Κουή, θέλετε να μας πείτε για αυτή;

Για την αρχική αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης, συνιστώνται μικρά και συχνά γεύματα, στα οποία η συνολική θερμιδική πρόσληψη πρέπει να προέρχεται κατά 35-45% από υδατάνθρακες (αποφυγή ευαπορροφήτων), κατά 20-25% από πρωτεΐνες και κατά 30-40% από λίπος. Στις παχύσαρκες γυναίκες προτείνεται μέτριος περιορισμός θερμίδων (25 Κcal/kg βάρους), αλλά όχι κάτω των 1800 Κcal την ημέρα. Εφόσον δεν υπάρχει μαιευτική αντένδειξη, ήπια σωματική άσκηση (π.χ. περπάτημα 10΄ μετά τα κύρια γεύματα) συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπιση. Όταν δεν επιτυγχάνεται η γλυκαιμική ρύθμιση  ή εμφανίζονται σημεία μακροσωμίας στο υπερηχογράφημα του εμβρύου, πρέπει να αναλάβει ο Ενδοκρινολόγος συστηματικά.

Κα Πάσχου, τι κάνουμε σε αυτή την περίπτωση;

Στην περίπτωση αυτή, για την επίτευξη ευγλυκαιμίας απαιτούνται συνήθως εντατικοποιημένα σχήματα ινσουλινοθεραπείας ή ακόμα και συνεχής υποδόρια έγχυση ινσουλίνης με χρήση αντλίας. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα ανθρώπινου τύπου σκευάσματα ινσουλίνης, ενώ και κάποια εκ των ταχείας και βραδείας δράσης αναλόγων ινσουλίνης αποτελούν ασφαλείς και ευέλικτες θεραπευτικές επιλογές. Από τα αντιδιαβητικά δισκία μπορούν να χρησιμοποιηθούν η μετφορμίνη και η γλιμπουρίδη, συνηθίζεται όμως να αντιμετωπίζουμε την κατάσταση με ινσουλινοθεραπεία.

Κα Πάσχου, αναφέρατε και τον έλεγχο της Βιταμίνης D

Πράγματι, οφείλουμε να ελέγχουμε τις συγκεντρώσεις Βιταμίνης D σε κάθε κύηση και να διορθώνουμε τυχόν ανεπάρκειά τους, καθώς έχει συσχετιστεί με αρκετά θέματα της ανάπτυξης του εμβρύου. Συγκεριμένα, μετράμε τα επίπεδα της 25(ΟΗ)D με επιθυμητές συγκεντρώσεις > 30 ng/ml.

Κα Κουή, πώς μπορούμε να διορθώσουμε την ανεπάρκεια Βιταμίνης D;

Η Βιταμίνη D παράγεται κυρίως στο δέρμα με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας, οπότε εξέχουσας σημασίας είναι η έκθεση στον ήλιο. Από άποψης διατροφής, σημαντικές πηγές αποτελούν τα λιπαρά ψάρια, όπως σολωμός και σαρδέλα, ο κρόκος αυγού και το συκώτι. Συνήθως, όμως, τα ανωτέρω δεν επαρκούν και απαιτείται συστηματική υποκατάσταση με συμπληρώματα.

Κα Πάσχου, με τι μήνυμα θα θέλατε να κλείσουμε αυτή τη συζήτηση;

Θα θέλαμε να μεταφέρουμε σε όλες τις γυναίκες που επιθυμούν να γίνουν μητέρες ότι η κύηση είναι μια υπέροχη αλλά και καθοριστικότατη περίοδος για ολόκληρη τη ζωή τόσο του μωρού όσο και της μητέρας. Αξίζει ουσιαστικά τη σωστή διαιτολογική και ενδοκρινολογική προετοιμασία και παρακολούθηση. Ας μην την στερήσουν ούτε από τον εαυτό τους, ούτε από το μωρό τους.