Διαβήτης: Σώστε τα μάτια σας από την πιο επικίνδυνη επιπλοκή

  • Ρούλα Τσουλέα
οίδημα ωχράς
Όταν ένα άτομο έχει σακχαρώδη διαβήτη, είναι πολλά αυτά που πρέπει να διαχειριστεί, καθώς τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα σε πολλά όργανα, συμπεριλαμβανομένων των ματιών.

Ο διαβήτης μπορεί να πλήξει τα αιμοφόρα αγγεία των ματιών, προκαλώντας βλάβες στην όραση. Η πιο σοβαρή συνέπειά του στα μάτια είναι το διαβητικό οίδημα της ωχράς. Πρόκειται για μία επιπλοκή που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της όρασης και της οπτικής λειτουργίας, φθάνοντας ακόμα και στην τύφλωση.

Το διαβητικό οίδημα της ωχράς είναι ένα πρόβλημα που σχετίζεται άμεσα:

  • Με τη διάρκεια και τον τύπο του διαβήτη
  • Με τυχόν συνύπαρξη συστηματικής υπέρτασης (αυξημένη αρτηριακή πίεση)

Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον το 7% των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι ή τύπου ΙΙ παρουσιάζουν σοβαρή μείωση της όρασής τους εξαιτίας του διαβητικού οιδήματος της ωχράς. Τι είναι όμως αυτό το οίδημα; «Είναι ο ύπουλος και πιο συχνός «κλέφτης της όρασης» στα άτομα παραγωγικής ηλικίας, δηλαδή κάτω των 65 ετών», απαντά ο χειρουργός-οφθαλμίατρος Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Όπως εξηγεί, τα επίμονα υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) πλήττουν τα αιμοφόρα αγγεία. Αυτό συμβαίνει συχνότερα όταν η υπεργλυκαιμία συνυπάρχει με υπέρταση. Η υπέρταση είναι πολύ συνηθισμένη στον ελληνικό πληθυσμό και λίγο περισσότερο στους άνδρες ηλικίας 50-60 ετών.

Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια

Η βλάβη που προκαλεί το σάκχαρο στα μικροσκοπικά αγγεία των ματιών (φλεβίδια, αρτηρίδια και τριχοειδή) οδηγεί στη λεγόμενη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Το διαβητικό οίδημα της ωχράς είναι μία επιπλοκή της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.

Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι πολύ συνηθισμένη. Υπολογίζεται ότι κάποιου βαθμού αμφιβληστροειδοπάθεια εκδηλώνουν μέσα σε δύο δεκαετίες από την έναρξη του διαβήτη:

  • Το σχεδόν 90% των ασθενών με τύπου Ι διαβήτη
  • Περισσότερο από το 60% των ασθενών με τύπου ΙΙ διαβήτη

Επιπλέον, το σχεδόν 40% των ασθενών με διαβήτη τύπου Ι έχουν διαβητικό οίδημα της ωχράς όταν φτάσουν στα 30 χρόνια νόσου.

Στον τύπου ΙΙ διαβήτη υπολογίζεται ότι το τουλάχιστον 5% των πασχόντων έχουν ήδη διαβητικό οίδημα της ωχράς την εποχή που μαθαίνουν ότι αντιμετωπίζουν πρόβλημα με το σάκχαρό τους. Αυτό οφείλεται στο ότι η διάγνωση του τύπου ΙΙ διαβήτη συχνά γίνεται με πολυετή καθυστέρηση. Στο μεσοδιάστημα το αυξημένο σάκχαρο έχει προκαλέσει βλάβες στα αγγεία (και τα νεύρα) όλου του σώματος.

Αλλοιώσεις

Όταν ένας διαβητικός ασθενής παρουσιάσει αμφιβληστροειδοπάθεια, ο έλεγχος των ματιών με μια ειδική εξέταση που λέγεται βυθοσκόπηση μπορεί να αποκαλύψει χαρακτηριστικές βλάβες, λέει ο κ. Κανελλόπουλος. Τέτοιες βλάβες είναι, π.χ.:

  • Η πάχυνση στα τοιχώματα των φλεβών
  • Η δυσκολία στην ροή αίματος προς τον αμφιβληστροειδή
  • Τα μικροανευρύσματα γύρω από το κέντρο του αμφιβληστροειδούς (την ωχρά κηλίδα)
  • Οι μικροαιμορραγίες

Το διαβητικό οίδημα της ωχράς αναπτύσσεται όταν συσσωρευτεί υγρό ανάμεσα στις στοιβάδες του αμφιβληστροειδή χιτώνα και εισέλθει στην ωχρά κηλίδα. Επειδή η ωχρά κηλίδα είναι υπεύθυνη για την οξεία όραση, η είσοδος υγρού σε αυτήν μειώνει την οπτική οξύτητα (ο ασθενής δεν βλέπει καθαρά). Αν το οίδημα δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και σωστά, μπορεί να κοστίσει την όραση.

Ζωτικής σημασίας ο τακτικός έλεγχος

Για όλους αυτούς τους λόγους έχει ζωτική σημασία για τους διαβητικούς ασθενείς ο τακτικός, προληπτικός έλεγχος των ματιών.

Ο έλεγχος αυτός πρέπει να γίνεται τουλάχιστον 1 φορά τον χρόνο. Αυτό είναι εξαιρετικά απαραίτητο στους ασθενείς οι οποίοι βλέπουν κατά τον καθιερωμένο έλεγχο της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαρίνης (HbA1c) τους ότι δεν ρυθμίζουν καλά το σάκχαρό τους.

«Όσο πιο υψηλή είναι η HbA1c ενός διαβητικού ατόμου, τόσο λιγότερο καλά ρυθμισμένο είναι το σάκχαρο και τόσο σοβαρότερες θα είναι οι μικροαγγειακές επιπλοκές του διαβήτη (και) στα μάτια», τονίζει ο καθηγητής.

Τα ύποπτα συμπτώματα

Στα πρώτα στάδιά του, ο διαβήτης προκαλεί μικροαγγειακές επιπλοκές στα μάτια που μπορεί να μην επηρεάσουν την όραση. Όταν όμως οι βλάβες πλησιάζουν ή φθάσουν στην ωχρά κηλίδα, η όραση μπορεί να επιδεινωθεί δραματικά. Στις ενδείξεις που είναι ύποπτες για διαβητικό οίδημα της ωχράς συμπεριλαμβάνονται οι εξής:

  • Σκοτεινές κηλίδες στο οπτικό πεδίο (σαν να φοράει κάποιος γυαλιά με μουτζούρα)
  • Τα κενά στο οπτικό πεδίο, κυρίως νωρίς το πρωί
  • Τα αντικείμενα μπορεί να μοιάζουν σαν να αλλάζουν σχήμα, μέγεθος ή χρώμα
  • Αντικείμενα μπορεί να «εξαφανίζονται»
  • Τα χρώματα μπορεί να ξεθωριάζουν
  • Το έντονο φως ή η λάμψη μπορεί να δυσκολεύουν την όραση
  • Δυσκολίες στην ανάγνωση
  • Παρατήρηση ότι οι ευθείες γραμμές στον περιβάλλοντα χώρο (π.χ. στην κάσα της μπαλκονόπορτας) είναι ξαφνικά παραμορφωμένες

«Αν εμφανιστεί οποιοδήποτε από αυτά τα συμπτώματα, πρέπει επειγόντως να ελεγχθεί η όραση από τον οφθαλμίατρο, ανεξάρτητα από το αν είχε γίνει ο καθιερωμένος ετήσιος έλεγχος», τονίζει ο κ. Κανελλόπουλος.

Πρώτα η πρόληψη

Η διάγνωση του διαβητικού οιδήματος της ωχράς γίνεται με βάση:

  • Την κλινική εικόνα του ασθενούς
  • Τη βυθοσκόπηση
  • Με τη βοήθεια εξελιγμένων τεχνικών, όπως η τομογραφία συνοχής. Η τομογραφία συνοχής γίνεται με ειδική συσκευή, η οποία λειτουργεί σαν φωτογραφική μηχανή. Η συσκευή απεικονίζει το εσωτερικό του ματιού χωρίς να χρειαστεί σκιαγραφικό υγρό ή διαστολή της κόρης του ματιού με ειδικές σταγόνες.

Το διαβητικό οίδημα της ωχράς μπορεί να αντιμετωπιστεί, εάν διαγνωστεί εγκαίρως. Το πρώτο βήμα της θεραπείας, βέβαια, είναι η πρόληψη. Οι διαβητικοί ασθενείς πρέπει:

  • Να ρυθμίζουν όσο το δυνατόν καλύτερα το σάκχαρό τους
  • Να ελέγχουν και να ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεσή τους

Η αντιμετώπιση

Για την αντιμετώπιση του διαβητικού οιδήματος της ωχράς συνιστώνται διάφορες θεραπείες. Οι θεραπείες αυτές δεν μπορούν να αποκαταστήσουν την όραση, εάν ήδη έχει αναπτυχθεί σημαντική βλάβη στην ωχρά κηλίδα. Μπορούν, όμως, να επιβραδύνουν τον ρυθμό της αλλοίωσής της και να διατηρήσουν για περισσότερο καιρό την όραση.

«Έως τη δεκαετία του 2000 η κύρια θεραπεία ήταν επεμβάσεις με λέιζερ. Σήμερα όμως οι επεμβάσεις γίνονται μόνο σε μερικά προσεκτικά επιλεγμένα περιστατικά. Έχουν πια  αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από ειδικά φάρμακα, τα οποία ουσιαστικά είναι αντι-αγγειογενετικά αντισώματα», λέει ο καθηγητής. «Τα φάρμακα αυτά είχαν σχεδιαστεί για έναν άλλο τρομερό εχθρό της όρασης, την υγρού τύπου ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς. Αυτή προσβάλλει ανθρώπους ηλικίας κυρίως άνω των 65 ετών. Γρήγορα όμως βρήκαν εφαρμογή σε όλους τους τύπους διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας και τις επιπλοκές της».

Όπως εξηγεί ο κ. Κανελλόπουλος υπάρχουν τρία τέτοιου είδους φάρμακα, τα οποία είναι σχεδόν εξίσου αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση τόσο της αμφιβληστροειδοπάθειας όσο και του οιδήματος της ωχράς που σχετίζονται με τον διαβήτη. Τα φάρμακα αυτά χορηγούνται με έγχυση μέσα στο μάτι (ενδοβόλβια-ενδοϋαλοειδική χορήγηση).

Και στην παραγωγική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια

Τα φάρμακα είναι επίσης αποτελεσματικά και στην λεγόμενη παραγωγική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Πρόκειται για μία οφθαλμοπάθεια παρόμοια με τις προαναφερθείσες. Ωστόσο, «είναι πολύ πιο σοβαρή, με ραγδαία εξέλιξη», διευκρινίζει ο κ. Κανελλόπουλος. «Συνήθως προκαλεί ολέθριες επιπλοκές στα μάτια με αιμορραγίες, νεοαγγειακό γλαύκωμα και πολύ συχνά πλήρη απώλεια της όρασης».

Μία άλλη θεραπευτική επιλογή για μερικούς ασθενείς είναι η ενδοβόλβια χορήγηση κορτιζόνης (έγχυση κορτιζόνης στο μάτι). Η έγχυση αυτή μπορεί να μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με κάποιο από τα προαναφερθέντα φάρμακα.

Υπό ανάπτυξη, εξάλλου, βρίσκονται και άλλα φάρμακα, αρκετά από τα οποία βρίσκονται στο τελικό στάδιο των κλινικών ερευνών ή στο στάδιο της αξιολόγησης για έγκριση. Ανάμεσα σε αυτά τα ερευνητικά φάρμακα συμπεριλαμβάνονται εξειδικευμένα μονοκλωνικά αντισώματα, ενθέματα, βιολογικά πολυμερή, ακόμα και αντινεοπλασματικά φάρμακα που φαίνεται να βοηθούν και στο διαβητικό οίδημα της ωχράς.

Τα πρώτα από τα νέα φάρμακα δεν αποκλείεται να εγκριθούν μέσα στον επόμενο χρόνο, εμπλουτίζοντας ακόμα περισσότερο τις θεραπευτικές επιλογές για τους πάσχοντες από το οίδημα αυτό, καταλήγει ο κ. Κανελλόπουλος.