Ακράτεια ούρων: Πόσο να ανησυχούν οι άνδρες μετά το χειρουργείο στον προστάτη

  • Ρούλα Τσουλέα
ακράτεια
Η ακράτεια ούρων είναι συνηθισμένη επιπλοκή των χειρουργικών θεραπειών για τον προστάτη. Πόσο σοβαρή είναι.

Σχεδόν όλοι οι άνδρες που χειρουργούνται για καρκίνο του προστάτη και πολλοί απ’ όσους κάνουν εγχείρηση για την καλοήθη υπερτροφία του αναπτύσσουν στη συνέχεια ακράτεια ούρων. Ωστόσο αυτή δεν είναι εξίσου έντονη σε όλους, ούτε έχει την ίδια διάρκεια. Σε μικρό ποσοστό ανδρών, εξ άλλου, επιμένει στον χρόνο και χρειάζεται ειδική θεραπεία.

Ο χειρουργός-ουρολόγος δρ Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας και τ. διευθυντής της Ουρολογικής Κλινικής του Κοργιαλένειου-Μπενάκειου Νοσοκομείου ΕΕΣ, εξηγεί τι πρέπει να γνωρίζουν οι άνδρες.

Δεν είναι σε όλους εξίσου έντονη

Ο βαθμός της ακράτειας ούρων ποικίλει από άτομο σε άτομο. Κυμαίνεται από λίγες σταγόνες έως πλήρη διαφυγή των ούρων.

Με την πάροδο του χρόνου, καθώς επουλώνονται οι ιστοί, η διαφυγή μειώνεται, ειδικά αν οι άνδρες κάνουν τις ειδικές ασκήσεις πυελικού εδάφους που συνιστώνται.

Δεν εκδηλώνουν όλοι οι άνδρες τον ίδιο τύπο ακράτειας

Η ακράτεια ούρων που παρουσιάζουν οι ασθενείς μπορεί να είναι:

  • Ακράτεια κατά την προσπάθεια
  • Ακράτεια επιτακτικού τύπου
  • Μεικτή, δηλαδή συνδυασμός των δύο

Η διαφυγή ούρων από προσπάθεια εκδηλώνεται όταν ασκείται πίεση στην κύστη με τον βήχα, το φτάρνισμα, το γέλιο, τη σωματική άσκηση ή όταν ο ασθενής σηκώνει βάρος.

Η ακράτεια επιτακτικού τύπου είναι η αιφνίδια, έντονη ανάγκη για ούρηση, που ακολουθείται από διαφυγή ούρων, η οποία μπορεί να εκδηλώνεται ακόμα και τη νύχτα.

Στις περισσότερες περιπτώσεις υποχωρεί μόνη της

Η ακράτεια ούρων μετά τη θεραπεία για τον προστάτη είναι δυναμική κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι βελτιώνεται σημαντικά μέσα στο πολύ 1-2 χρόνια, χωρίς να χρειαστεί ειδική θεραπεία.

Μελέτες έχουν δείξει ότι η συντριπτική πλειονότητα των ανδρών οι οποίοι είχαν καλό έλεγχο της κύστης τους πριν χειρουργηθούν, την εκδηλώνουν μετά από μία επέμβαση στον προστάτη. Ωστόσο:

  • Μέσα στο πρώτο τρίμηνο από την επέμβαση σχεδόν οι επτά στους δέκα έχουν απαλλαγεί σχεδόν ολοκληρωτικά από αυτή (μπορεί να χρειάζονται ακόμα ένα επίθεμα ακράτειας την ημέρα ή λιγότερο συχνά)
  • Οι εννέα στους δέκα άνδρες έχουν ανακτήσει τον έλεγχο της κύστης τους μέσα σε 12 μήνες από την επέμβαση
  • Το 93-94% έχουν ανακτήσει τον έλεγχο της κύστης εντός δύο ετών

Από το σύνολο των ασθενών, το 5-7% αντιμετωπίζουν μακροχρόνια/μόνιμη δυσκολία στον έλεγχο της λειτουργίας της κύστης.

Δεν παρατηρείται μόνο σε άνδρες που χειρουργούνται για καρκίνο

Σχεδόν όλοι οι άνδρες που υποβάλλονται σε ριζική προστατεκτομή για καρκίνο του προστάτη ή, σπανιότερα, για καλοήθη υπερπλασία εκδηλώνουν διαφυγή ούρων, με όποια μέθοδο και αν χειρουργηθούν.

Το ίδιο παρατηρείται σε σχεδόν έξι στους δέκα άνδρες που υποβάλλονται σε λιγότερο επεμβατικές θεραπείες (π.χ. διουρηθρική εκτομή) για την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη. Σε αυτή την περίπτωση όμως συνήθως πρόκειται για μικροακράτεια (ελάχιστη διαφυγή ούρων) που υποχωρεί συνήθως σε 7-10 μέρες.

Είναι συνηθισμένη λόγω της θέσης του προστάτη

Ο προστάτης βρίσκεται ακριβώς κάτω από την ουροδόχο κύστη και γύρω από την ουρήθρα. Έτσι, η αφαίρεση ενός μεγάλου τμήματος ή και ολόκληρου του προστατικού αδένα επηρεάζει τα νεύρα και τους μυς της περιοχής.

Η απώλεια του ελέγχου της κύστης μπορεί επίσης να προκληθεί από κάκωση των περιοχικών μυών ή/και νεύρων στη διάρκεια της επέμβασης. Συχνά, λ.χ., υφίσταται κάκωση ο μυς (σφιγκτήρας) που ενώνει την ουρήθρα με την ουροδόχο κύστη.

Μπορεί να αναπτυχθεί και μετά την ακτινοθεραπεία στον προστάτη

Μερικοί άνδρες χρειάζονται ακτινοθεραπεία μετά την χειρουργική αφαίρεση του προστατικού αδένα. Η ακτινοβόληση της περιοχής μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό των φυσιολογικών ιστών γύρω από τον σφιγκτήρα της ουρήθρας, την ίδια την ουρήθρα και την ουροδόχο κύστη, οδηγώντας στην ακράτεια.

Αυτή συνήθως υποχωρεί μέσα σε μερικούς μήνες από την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας.

Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωσή της

Μελέτες έχουν δείξει ότι η επίμονη ακράτεια ούρων μετά την ριζική προστατεκτομή είναι πιο συχνή:

  • Στους μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς (άνω των 60 ετών)
  • Σε όσους είχαν μεγάλου μεγέθους προστάτη
  • Στους καπνιστές
  • Στους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη ή νευρολογικές παθήσεις
  • Σε όσους έχουν ιστορικό παλαιότερης επέμβασης για καλοήθη υπερπλασία του προστάτη

Αν, εξάλλου, στη διάρκεια της επέμβασης χρειαστεί να γίνει τομή στα νεύρα της περιοχής για να αφαιρεθεί ο προστάτης, είναι πιθανότερο να αναπτυχθεί επίμονη ακράτεια. Το ίδιο και αν γίνει ακτινοθεραπεία μετά τη ριζική προστατεκτομή για καρκίνο του προστάτη.

Υπάρχουν τρόποι να βελτιωθεί ο έλεγχος της κύστης

Όταν η ακράτεια είναι ήπια έως μέτρια, οι ασθενείς μπορεί να δοκιμάσουν αρχικά μη επεμβατικές μεθόδους, αναλόγως με την υποκείμενη αιτία της. Στις πιθανές θεραπείες συμπεριλαμβάνονται ειδικά φάρμακα και οι ασκήσεις ενδυνάμωσης του πυελικού εδάφους.

Οι ασκήσεις αυτές λέγονται kegel και δυναμώνουν τους μυς στη βάση της πυέλου, βελτιώνοντας τη λειτουργικότητα της πυέλου και τη σταθερότητα της ουρήθρας. Με αυτό τον τρόπο επιταχύνουν την ανάκτηση του ελέγχου της κύστης.

Οι ασκήσεις kegel πρέπει να γίνονται συστηματικά, κάθε μέρα. Είναι απλές και μπορούν να γίνονται οπουδήποτε, σε οποιαδήποτε θέση (ακόμα κι αν οι ασθενείς είναι όρθιοι). Επίσης μπορεί να ενισχυθούν με βιοανάδραση (χρησιμοποιώντας οπτικά, απτικά ή ακουστικά ερεθίσματα) και ενδεχομένως επιφανειακή ηλεκτρική διέγερση, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Μερικές φορές απαιτείται εξειδικευμένη αντιμετώπιση

Όταν η ακράτεια ούρων είναι μακροχρόνια και μέτρια προς σοβαρή, μπορεί να χρειασθούν εξειδικευμένες παρεμβάσεις για να τη θέσουν υπό έλεγχο.

Μερικοί άνδρες μπορεί να βοηθηθούν από τις εγχύσεις αυξητικών ή διογκωτικών παραγόντων στον αυχένα της ουροδόχου κύστης. Οι εγχύσεις αυτές μπορεί να βοηθήσουν το στόμιο της ουρήθρας να διατηρείται κλειστό, αποτρέποντας τις μικρές διαρροές.

Μία άλλη πιθανή θεραπεία είναι η τοποθέτηση ταινίας διόρθωσης ακράτειας (sling) που υποστηρίζει την ουρήθρα. Τέλος, στους άνδρες με πιο σοβαρή διαφυγή ούρων που δεν βελτιώνεται ή με σημαντική βλάβη του φυσικού σφιγκτήρα της ουρήθρας, μπορεί να τοποθετηθεί τεχνητός ουρηθρικός σφιγκτήρας.

Κάθε θεραπεία έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της και γι’ αυτό η επιλογή της γίνεται εξατομικευμένα, σε κάθε ασθενή ξεχωριστά.

Φωτογραφία: iStock