Ψέμα: Ποια είναι τα είδη της ανειλικρίνειας – Τι να κάνετε με έναν παθολογικό ψεύτη
«Το ψέμα είναι μέρος της καθημερινής μας ζωής», λέει ο Ρόμπερτ Φέλντμαν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης και συγγραφέας του βιβλίου The Liar in Your Life.
«Είτε προσποιείστε ότι σας ενδιαφέρουν οι ιδέες του προϊσταμένου σας είτε επαινείτε το μέτριο έργο τέχνης ενός παιδιού, πρόκειται για συνηθισμένα, «λευκά» ψέματα που βοηθούν τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις να εξελίσσονται ομαλά», σημειώνει.
Ωστόσο, για ορισμένους ανθρώπους το ψέμα ξεπερνά την περιστασιακή συνθήκη και την απλή κοινωνική σύμβαση. Μπορεί να γίνει συχνό και ανεξέλεγκτο, βλάπτοντας τόσο τη ζωή όσο και τις σχέσεις τους.
Επιπλέον, έρευνες δείχνουν ότι το συστηματικό και σκόπιμο ψέμα μπορεί να έχει γνωστικές και συναισθηματικές επιπτώσεις. Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό BMC Psychology, έδειξε ότι η εξαπάτηση μπορεί να μειώσει την ικανότητα ακριβούς ανάκλησης γεγονότων στη μνήμη, υπογραμμίζοντας τις ευρείες συνέπειες της ανειλικρίνειας στη γνωστική λειτουργία.
Άλλη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό British Journal of Social Psychology, συσχέτισε το ψέμα με μείωση της αυτοεκτίμησης και αύξηση αρνητικών συναισθημάτων, ακόμα και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, τονίζοντας τις προσωπικές ψυχολογικές επιπτώσεις της ανειλικρίνειας. PubMed
Τι είναι το ψέμα;
Οι ειδικοί ορίζουν το ψέμα με διάφορους τρόπους. Ο Άλντερτ Βριτζ, κοινωνικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ, διατυπώνει έναν από τους πιο διαδεδομένους ορισμούς.
Αναφέρει ότι η εξαπάτηση είναι μια σκόπιμη προσπάθεια «να δημιουργηθεί μια πεποίθηση την οποία ο πομπός κατανοεί ότι είναι ψευδής».
«Ένα βασικό σημείο είναι ότι ο άνθρωπος που λέει ψέματα γνωρίζει πως λέει ψέματα», συμπληρώνει ο Ντρου Κέρτις, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Angelo State, προσθέτοντας ότι αν κάποιος δεν έχει επίγνωση της ανειλικρίνειάς του, τότε δεν θεωρείται ό,τι αναληθές λέει ως ψέμα.
Επιπλέον, το ψέμα δεν αφορά μόνο τη διάδοση ψευδών πληροφοριών, αφού και η απόκρυψη πληροφοριών ή οι υπερβολές μπορεί επίσης να αποτελούν ψέμα.
Τι είναι το «παθολογικό» ψέμα, πώς διαφέρει από το «καταναγκαστικό» και άλλες μορφές ανειλικρίνειας.
Παθολογικό ψέμα
Οι ψυχολόγοι ορίζουν τον όρο «παθολογικό» ως συμπεριφορές που αποκλίνουν από αυτό που θεωρείται υγιές. Προς το παρόν, δεν υπάρχει ευρέως αποδεκτός ορισμός για το παθολογικό ψέμα, αλλά οι ειδικοί εργάζονται πάνω σε αυτό.
Στην σχετική μελέτη τους, ο Κέρτις και οι συνεργάτες του πρότειναν ότι θα έπρεπε να θεωρείται διαγνώσιμη διαταραχή. Το όρισαν δε ως υπερβολικό ψέμα διάρκειας έξι μηνών ή περισσότερο, το οποίο προκαλεί σημαντική δυσφορία ή επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το να λέει κανείς πέντε ή περισσότερα ψέματα μέσα σε μία ημέρα θα μπορούσε να θεωρηθεί «υπερβολικό». Ωστόσο, αν αυτά τα ψέματα δεν προκαλούν δυσφορία ή δεν επηρεάζουν την καθημερινή ζωή, μπορεί να μην πληρούν τα κριτήρια του παθολογικού ψέματος.
«Το υπερβολικό ψέμα μπορεί να υπάρχει χωρίς να είναι παθολογικό», εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης. Άτομα όπως οι πωλητές ή οι πολιτικοί μπορεί να λένε ψέματα, αλλά αυτά μπορεί να τους ωφελούν αντί να τους βλάπτουν.
Καταναγκαστικό ψέμα
Η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (APA) ορίζει τον καταναγκασμό ως μια συμπεριφορά που κάποιος αισθάνεται ότι «ωθείται να εκτελέσει» για να ανακουφίσει το άγχος.
«Στο καταναγκαστικό ψέμα, συνήθως εμπλέκεται κάποιο είδος άγχους, και το ψέμα προσφέρει προσωρινή ανακούφιση», επισημαίνει ο Κέρτις. Σχεδόν κάθε κοινωνική κατάσταση μπορεί να πυροδοτήσει αυτή την παρόρμηση για ψέμα.
Για παράδειγμα, αν κάποιος νιώθει πίεση να δώσει μια κοινωνικά αποδεκτή απάντηση, μπορεί να πει ψέματα για να μειώσει το άγχος, αλλά αυτή η ανακούφιση συχνά ακολουθείται από τύψεις.
Το καταναγκαστικό ψέμα συχνά συνδέεται με το παθολογικό ψέμα, αλλά όχι πάντα. Κάποιοι άνθρωποι λένε ψέματα για να μειώσουν το άγχος χωρίς αυτό να προκαλεί δυσφορία ή να παρεμβαίνει στη ζωή τους. Σε αυτή την περίπτωση, δεν πληρούνται τα κριτήρια του παθολογικού ψέματος.
Γιατί οι άνθρωποι λένε καταναγκαστικά ή παθολογικά ψέματα;
Στη μελέτη του Κέρτις αναφέρεται ότι πολλοί άνθρωποι λένε ψέματα για να μειώσουν το άγχος, ιδιαίτερα σε κοινωνικές καταστάσεις. Η «διαχείριση εντυπώσεων» — δηλαδή η προσπάθεια να κάνουν τους άλλους να έχουν καλή εικόνα για αυτούς — αποτελεί επίσης κίνητρο για την ανειλικρίνεια.
Ακόμη και άνθρωποι που συνήθως είναι ειλικρινείς μπορεί να πουν ψέματα όταν αισθάνονται άγχος, όπως σε ένα πρώτο ραντεβού ή σε μια συνέντευξη για δουλειά.
Δυσλειτουργίες στις εκτελεστικές λειτουργίες του εγκεφάλου, που περιλαμβάνουν τον σχεδιασμό και τη λήψη αποφάσεων, μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε πιο συχνό ψέμα. Η μελέτη Pathological Lying: Theoretical and Empirical Support for a Diagnostic Entity αναφέρει ότι οι έφηβοι λένε ψέματα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα, επειδή οι εκτελεστικές τους λειτουργίες βρίσκονται ακόμη σε ανάπτυξη.
Το ψέμα μπορεί επίσης να συνδέεται με ορισμένες ψυχολογικές διαταραχές. Στην ψυχοπάθεια και στην αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, η ανειλικρίνεια εμφανίζεται μάλιστα χωρίς τύψεις.
Τι κάνετε απέναντι σε έναν παθολογικό ψεύτη;
Επειδή το παθολογικό ψέμα δεν έχει αναγνωριστεί επίσημα ως διαταραχή, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ποιες λύσεις είναι πιο αποτελεσματικές. Οι ειδικοί ωστόσο, προτείνει ορισμένες προσεγγίσεις.
- Αν πιστεύετε ότι έχετε να κάνετε με έναν παθολογικό ψεύτη, η επιβράβευση της ειλικρίνειας μπορεί να βοηθήσει. Ενισχύστε την ειλικρινή συμπεριφορά μέσω του επαίνου. Απλές φράσεις όπως «Σε ευχαριστώ που ήσουν ειλικρινής μαζί μου» μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
- Για όσους βρίσκονται σε σχέση με έναν καταναγκαστικό ή παθολογικό ψεύτη, η θεραπεία ζεύγους ή η οικογενειακή θεραπεία μπορεί να είναι ωφέλιμη.
Αν υποψιάζεστε ότι εσείς οι ίδιοι είστε παθολογικός ή καταναγκαστικός ψεύτης, θα βοηθούσε να συνεργαστείτε με έναν θεραπευτή που ειδικεύεται στην εκπαίδευση αντιστροφής συνηθειών.
«Αυτή η τεχνική σας βοηθά να αναγνωρίζετε πότε λέτε ψέματα και να εντοπίζετε συμπεριφορές που μπορούν να το αντικαταστήσουν», εξηγεί ο Κέρτις.
Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) μπορεί επίσης να βοηθήσει στην αλλαγή της συμπεριφοράς, καθώς ο στόχος δεν είναι να εξαλειφθεί εντελώς, αλλά να μειωθεί αρκετά, ώστε να μπορείτε να λειτουργείτε ξανά κανονικά.
Φωτογραφία: istock




