Τι μπορεί να συμβαίνει όταν το παιδί δεν θέλει να πάει σχολείο

  • Ρούλα Τσουλέα
σχολείο
Ποιες είναι οι πιθανές αιτίες του φαινομένου και πως πρέπει να το διαχειριστούν κατά περίπτωση οι γονείς.

Η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς θα φέρει πολλούς γονείς με την άρνηση του παιδιού τους να πάει στο σχολείο. Αυτό δημιουργεί εντάσεις στην οικογένεια και σύγχυση ως προς τους τρόπους αντιμετώπισης.

Όπως εξηγεί η παιδοψυχίατρος-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια Φρίντα Κωνσταντοπούλου, επιστημονική συνεργάτις του Νοσοκομείου Παίδων ΜΗΤΕΡΑ, η άρνηση μπορεί να εκδηλωθεί σε παιδιά όλων των σχολικών βαθμίδων, από τον παιδικό σταθμό έως το λύκειο.

Η ανάπτυξή της είναι αρκετά συχνή, ιδίως στις μικρότερες ηλικίες. Εκδηλώνεται σχεδόν εξίσου συχνά σε αγόρια και κορίτσια και μπορεί να είναι οξεία ή χρονία. Η χρονία άρνηση να πάει το παιδί στο σχολείο διαρκεί περισσότερο από ένα έτος. Η οξεία διαρκεί από έναν μήνα έως ένα έτος.

«Όταν συμβαίνει σε μικρά παιδιά που βρίσκονται στη φάση της προσαρμογής, είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο που δεν εμπνέει ανησυχία. Όμως, όταν  ένα παιδί ξαφνικά μέσα στη σχολική χρονιά δεν θέλει να πάει στο σχολείο, είναι δεδομένο ότι κάποιο πρόβλημα υπάρχει και αυτό  απαιτεί επείγουσα διερεύνηση» επισημαίνει η ειδικός.

Οι πιθανές αιτίες

Υπάρχουν πολλοί  λόγοι γι’ αυτή την άρνηση. Δύο από τους κυριότερους είναι:

  • Είτε το παιδί δέχεται bullying (εκφοβισμό, μη αποδοχή κλπ.)
  • Είτε αντιμετωπίζει δυσκολία στο να συναναστραφεί κοινωνικά με τα υπόλοιπα παιδιά

Τα δύο προβλήματα μπορεί επίσης να συνυπάρχουν. «Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες κοινωνικότητας πέφτουν θύματα bullying. Επίσης, θύματα bullying γίνονται συχνά τα παιδιά που έχουν κάποια διαφορετικότητα. Εάν παράλληλα αντιμετωπίζουν δυσκολία και τα ίδια στο να σταθούν κοινωνικά, τα πράγματα είναι τραγικά γι’ αυτά, οπότε η σχολική άρνηση είναι πάρα πολύ συχνή», τονίζει η κυρία Κωνσταντοπούλου.

Είναι επίσης πιθανό να υπάρχουν και άλλες αιτίες, όπως:

  • Μαθησιακές δυσκολίες
  • Αγχώδης διαταραχή, με ή χωρίς σωματοποίηση
  • Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα  (ΔΕΠΥ)
  • Ιδεοψυχαναγκαστική, καταθλιπτική διαταραχή
  • Υπεραπασχόληση με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές/διαδίκτυο ή
  • Εξάρτηση από ουσίες (στις μεγαλύτερες ηλικίες)

Τα οικογενειακά προβλήματα

Υπάρχουν επίσης παιδιά τα οποία χωρίς να έχουν δικά τους παθολογικά προβλήματα, δεν θέλουν να πάνε στο σχολείο λόγω οικογενειακών ψυχοπιεστικών γεγονότων. Μπορεί λ.χ. να έχει η οικογένεια πένθος, να επίκειται διαζύγιο, να υπάρχουν οικονομικά προβλήματα.

Στην περίπτωση αυτή θεωρούν την οικογένεια αδύναμη να τα αντιμετωπίσει και αναλαμβάνουν έναν παράδοξο, προστατευτικό ρόλο που τα κρατά στο σπίτι.

Στην περίπτωση διαζυγίου, παραδείγματος χάριν, όπου η μαμά έχει μείνει μόνη της, ένα παιδί μπορεί να θέλει να μένει στο σπίτι γιατί την αισθάνεται αδύναμη. Αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις συμβαίνει και όταν υπάρχει μια ασθένεια μέσα στο σπίτι.

Σε αυτές τις περιπτώσεις «οι γονείς  πρέπει να καταστήσουν σαφές στα παιδιά ότι είναι δυνατοί και μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση», συνιστά η κυρία  Κωνσταντοπούλου.

Στις ηλικίες 10-13 ετών

Η άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο είναι εντονότερη στην ηλικιακή ομάδα των 10-13 ετών. Σε αυτές τις ηλικίες τα παιδιά συνειδητοποιούν τις δυσκολίες της ζωής, ενώ παράλληλα έχουν μεγάλη ανάγκη τους συνομηλίκους τους.

Εάν ένα παιδί δεν μπορεί να τους έχει στη ζωή του (είτε λόγω δικών του δυσκολιών είτε επειδή οι άλλοι δεν το αποδέχονται), αποφασίζει να παραμείνει στο σπίτι.

Είναι σημαντικό οι γονείς να παρακολουθούν τα παιδιά τους, διότι καιρό πριν εκδηλωθεί η άρνηση εμφανίζουν προειδοποιητικά συμπτώματα. Τέτοια είναι λ.χ.:

  • Δικαιολογίες για να μην πάνε σχολείο (π.χ. πονάει η κοιλιά τους)
  • Εριστικές συμπεριφορές κ.ά.

Τρόποι αντιμετώπισης

Το κλειδί είναι να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών, ώστε το παιδί να μπορεί να μιλήσει για το πρόβλημά του. Εφ’ όσον πρόκειται για κάτι που μαζί  μπορούν να αντιμετωπίσουν (π.χ. bullying), το πρόβλημα τελειώνει εκεί. Αν το παιδί δεν εκφράζεται, οι γονείς πρέπει να συμβουλευθούν έναν ειδικό για να βρεθεί λύση.

Πολλές φορές οι γονείς θυμώνουν με τη συμπεριφορά του παιδιού τους και το μαλώνουν. Όμως αυτό επιβαρύνει το ήδη υπάρχον πρόβλημα του παιδιού και το εξωθεί να πάψει να το επικοινωνεί.

«Είναι σημαντικό οι γονείς να στέκονται στο πλευρό του παιδιού τους, χωρίς να το κρίνουν και χωρίς να επιρρίπτουν ευθύνες στον εαυτό τους γι’ αυτό που συμβαίνει», υπογραμμίζει η κυρία Κωνσταντοπούλου.

Σε κάθε περίπτωση η αντιμετώπιση είναι ανάλογη με την αιτία. Στην περίπτωση του bullying, εάν δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός του σχολικού χώρου, το παιδί μπορεί ακόμα και να αλλάξει σχολείο.

Όσον αφορά άλλες δυσκολίες οι γονείς πρέπει να απευθυνθούν σε ειδικό παιδοψυχίατρο, ο οποίος θα τους κατευθύνει αναλόγως. Τέλος, «υπάρχουν και ορισμένες περιπτώσεις που ενδέχεται να χρειαστεί και φαρμακευτική αγωγή, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση μιας καταθλιπτικής ή ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής», καταλήγει.

Φωτογραφία: iStock