Τα μεγάλα λάθη στην οικογένεια που «γεννούν» τη βία στους νέους

  • Ρούλα Τσουλέα
βία
Ποιοι παράγοντες «διδάσκουν» και τροφοδοτούν την εναντίωση, τον θυμό και την επιθετικότητα στα παιδιά. Πως μετατρέπονται σε βίαιους και επιθετικούς ενήλικες. Ποιες συμπεριφορές πρέπει να προβληματίσουν τους γονείς.

Το τελευταίο διάστημα βλέπουν το φως της δημοσιότητας ολοένα περισσότερα περιστατικά βίας με πρωταγωνιστές ανηλίκους και νεαρούς ενήλικες και μοιραία αναρωτιέται κάποιος τι είναι αυτό που έχει οδηγήσει τόσο νέους ανθρώπους στη βία.

Αν και οι κρατικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου είναι υψίστης σημασίας, ο πυρήνας της πρόληψης βρίσκεται στην οικογένεια, λέει η παιδοψυχίατρος-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια Φρίντα Κωνσταντοπούλου.

«Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται μία αύξηση των περιστατικών βίας, με τη μέση ηλικία των ατόμων που εμπλέκονται σε αυτά να μειώνεται. Παράλληλα, βλέπουμε συχνότερα παιδιά με εναντιωματική διαταραχή. Τα παιδιά αυτά αντιδρούν και εναντιώνονται σε οτιδήποτε, είτε με λεκτική είτε με σωματική επιθετικότητα. Πρόκειται για δύο φαινόμενα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους», εξηγεί.

Η εναντίωση οφείλεται κατά κύριο λόγο σε περιβαλλοντικούς παράγοντες. Ωστόσο υπάρχουν διαταραχές που καθιστούν τα παιδιά πιο ευάλωτα σε τέτοιου είδους αντιδράσεις. Σε κάθε περίπτωση, το οικογενειακό περιβάλλον παίζει καθοριστικό ρόλο. Είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο συχνά «γεννιέται» η βία και μέσα στο οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Τα λάθη που γίνονται στην οικογένεια και τα οποία τροφοδοτούν τις επιθετικές συμπεριφορές, είναι πολλά. Και μερικές φορές εντελώς απρόσμενα.

Η υπερπροσφορά…

Το πρώτο είναι η υπερπροσφορά. «Το γεγονός ότι δεν θέτουμε όρια και ότι παρέχουμε πλέον στα παιδιά τα πάντα, προκαλεί την εναντίωσή τους», εξηγεί η κυρία Κωνσταντοπούλου.

Έτσι, από πολύ μικρές ηλικίες αρνούνται κάθε υποχρέωση, όπως π.χ. το ντύσιμο, το μπάνιο, το διάβασμα κ.ά. Πρόκειται για μία αντίσταση στους κανόνες και τα «πρέπει», η οποία στην εφηβεία λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις.

Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε τέτοιες συνθήκες δεν έχουν κίνητρα. Στη συνέχεια υπάρχει κίνδυνος να χειραγωγηθούν σε διάφορες μορφές βίας, είτε είναι οπαδική, είτε ρατσιστική ή πολιτική.

«Αναλόγως με το περιβάλλον στο οποίο θα τύχει να βρεθούν, θα εκδηλώσουν τα αρνητικά συναισθήματά τους. Γιατί η βία εκδηλώνει ακραία αρνητικά συναισθήματα, όπως στεναχώρια, θυμό, απελπισία», εξηγεί η ειδικός.

Επιπλέον, όταν τα παιδιά μαθαίνουν να αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα της οικογένειας, θα απαιτήσουν το ίδιο και από το σχολείο ή από οποιοδήποτε άλλο κοινωνικό πλαίσιο βρεθούν. Αυτά τα παιδιά αισθάνονται παντοδύναμα.  Όταν μαθαίνουν ότι δεν είναι, δημιουργείται μέσα τους συναισθηματικό κενό, γιατί τίποτα δεν έχει νόημα. Από το σημείο αυτό έως το να προβούν σε παράνομες και προκλητικές πράξεις, η απόσταση είναι μικρή: αυτό αποτελεί μια πρόκληση στη ζωή τους.

…και η παραμέληση/κακοποίηση

Προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά από άκρως αντίθετη αφετηρία, κινούνται τα παιδιά που είναι συναισθηματικά παραμελημένα ή έχουν υποστεί βία από την οικογένεια ή από το ευρύτερο περιβάλλον.

Όταν υπάρχει ενδοοικογενειακή βία ή/και κακοποίηση, τα παιδιά μαθαίνουν να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Παιδιά με ιδιαιτερότητες και δυσκολίες που έχουν υποστεί βία στο σχολείο, όταν βρεθούν στο κατάλληλο περιβάλλον, που θα τους δώσει την άνεση, θα συμπεριφερθούν αντίστοιχα. Τα παιδιά μαθαίνουν να ζουν με αυτήν και την υπομένουν εκεί όπου δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Ωστόσο την εκδηλώνουν εκεί όπου έχουν τα περιθώρια. Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος της βίας.

«Είναι προφανές ότι η βία γεννάει βία, ενώ η συναισθηματική παραμέληση προκαλεί αρνητικά συναισθήματα. Από την άλλη, πρέπει να κρατάμε και ένα μέτρο σε αυτά που προσφέρουμε στα παιδιά, ούτως ώστε να τους δίνουμε ένα κίνητρο για να κάνουν όνειρα και να προχωρήσουν στη ζωή τους», τονίζει η κυρία Κωνσταντοπούλου. «Σε περίπτωση που δεν έχουν κίνητρα, αναζητούν άλλους τρόπους για να δώσουν νόημα στη ζωή και την ύπαρξή τους. Και  συχνά γίνονται ευάλωτα στη χειραγώγηση».

Ο φανατισμός

Τις εκδηλώσεις βίας στα παιδιά μπορεί να ενισχύσει και ο φανατισμός της οικογένειας ή ενός γονέα για κάτι, π.χ. για μία αθλητική ομάδα ή ένα κόμμα. Τα παιδιά ακολουθούν τα πρότυπα που έχουν στο περιβάλλον τους. Ο κάθε είδους φανατισμός προκαλεί δυσκολίες στην ατομική και κοινωνική εξέλιξή τους.

Ωστόσο, το να ασχολείται απλώς κάποιος με ένα άθλημα και ακόμα περισσότερο το να αθλείται ο ίδιος ασκεί θετική επίδραση στα παιδιά. Ο αθλητισμός τούς διδάσκει την πειθαρχία και δίνει νόημα στη ζωή τους.

Ακόμη και αργότερα στη ζωή τους, το να παρακολουθούν υγιώς ένα άθλημα ή μία ομάδα και να συμμετέχουν σε υγιή ανταγωνισμό έχει θετικό αντίκτυπο στην εξέλιξη και την ομαλή κοινωνικοποίησή τους.

Η εξοικείωση με τη βία

Η εξοικείωση των παιδιών με τη βία είναι άλλο ένα στοιχείο το οποίο συμβάλλει στην εμφάνιση βίαιων συμπεριφορών. Τα video games και οι ταινίες, σε μια προσπάθεια να προσελκύσουν το ενδιαφέρον, συχνά κατακλύζονται από βία. Στις μέρες μας αποτελούν σημαντικό πεδίο εξοικείωσης των παιδιών με αυτή.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται πως πρόκειται για φαντασία και ότι αυτό δεν είναι κοινωνικά αποδεκτό. Δυστυχώς, όμως, η εξοικείωση δρα υποσυνείδητα και οδηγεί σε ένα αίσθημα απάθειας απέναντι σε δυσάρεστα γεγονότα που αφορούν συνανθρώπους τους.

Τα «καμπανάκια» κινδύνου

Οι γονείς πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση, ούτως ώστε να αντιλαμβάνονται εγκαίρως τις τάσεις για βίαιες συμπεριφορές των παιδιών τους και να παρεμβαίνουν πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.

«Από μικρή ηλικία, όταν βλέπουν ότι υπάρχει έντονη εκδήλωση συναισθημάτων, πρέπει να θορυβούνται», τονίζει η κυρία Κωνσταντοπούλου. «Η επιθετικότητα προς τα ζώα είναι μία από τις πρώτες εκδηλώσεις εναντιωματικής διαταραχής και παραβατικής συμπεριφοράς. Η παρενόχληση των πιο αδύναμων ή “διαφορετικών” συνομηλίκων είναι επίσης ένα “καμπανάκι”».

Μπαίνοντας στην εφηβεία, τα χαρακτηριστικά αυτά γίνονται πιο έντονα. Επιπλέον, οι εκδηλώσεις βίας μπορεί να επεκταθούν μέσα στο σπίτι. «Οι γονείς δεν πρέπει να δείχνουν καμία ανοχή και στρουθοκαμηλισμό στις  βίαιες συμπεριφορές», προειδοποιεί η ειδικός

Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς στην παιδική ηλικία…

Τα παιδιά που εκδηλώνουν βία αντιμετωπίζουν συναισθηματικές, ακαδημαϊκές ή άλλες δυσκολίες. Η κυρία Κωνσταντοπούλου εξηγεί πού πρέπει να εστιάσουν οι γονείς έτσι ώστε να προλάβουν ή να εντοπίσουν τις δυσκολίες που προκαλούν τη βίαιη συμπεριφορά των παιδιών τους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι αν η βία δεν αντιμετωπιστεί στην παιδική ηλικία, θα συνεχίσει να εκδηλώνεται στην ενήλικη ζωή:

  1. Από πολύ μικρή ηλικία οι γονείς πρέπει να είναι πολύ κοντά και να μιλάνε με τα παιδιά τους. Πρέπει να παρακολουθούν με διακριτικότητα τη ζωή τους. Η επικοινωνία με τα παιδιά μπορεί  να δώσει λύση στις δυσκολίες τους. Μπορεί επίσης να δημιουργήσει τον ηθικό φραγμό που δεν επιτρέπει βίαιες συμπεριφορές, έστω κι αν υπάρχει αυτή η τάση.
  2. Σημαντικό ρόλο στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών αποτελεί η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. Είναι η ικανότητα να συμπάσχουν με τα συναισθήματα των ανθρώπων, με τους οποίους συναναστρέφονται.
  3. Δεν πρέπει να γίνονται επιθετικοί. Συχνά όταν οι γονείς βλέπουν την αντιδραστικότητα και τη βιαιότητα των παιδιών να γίνονται πολύ έντονες, φτάνουν στο άλλο άκρο και γίνονται οι ίδιοι επιθετικοί, προκειμένου να επιβληθούν. Ωστόσο, είναι προφανές ότι όταν τραβούν και οι δύο το σκοινί κάποια στιγμή θα σπάσει, με δυσάρεστα για όλους αποτελέσματα. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο λάθος. Τα παιδιά γίνονται ακόμη πιο αντιδραστικά και χάνεται εντελώς η επικοινωνία μαζί τους.

…και στην εφηβεία

Εάν το πρόβλημα με τη βία δεν γίνει αντιληπτό στην παιδική ηλικία, τότε θα γίνει στην εφηβεία, κατά την οποία οι οποιεσδήποτε δυσκολίες λαμβάνουν μεγαλύτερες διαστάσεις.

  • Οι γονείς πρέπει να προσεγγίζουν τους εφήβους με πολύ καλό και ήρεμο τρόπο.
  • Πρέπει να διατηρούν την επικοινωνία στη καθημερινότητά τους, ούτως ώστε να εντοπιστούν τα προβλήματα και να αντιμετωπιστούν. Παρά τη φαινομενικά αντίθετη συμπεριφορά τους, τα παιδιά είναι πάντα διαθέσιμα και πάντα ένα κομμάτι τους περιμένει αυτήν την προσέγγιση.
  • Σε περιπτώσεις που οι γονείς δεν μπορούν να παρέμβουν αποτελεσματικά, μπορεί να βοηθηθούν από κάποιο άλλο άτομο που θα μπορεί να προσεγγίσει τον έφηβο, να τον υποστηρίξει και να τον ενισχύσει συναισθηματικά. Το άτομο αυτό ενδέχεται να είναι από το οικογενειακό, σχολικό ή εξωσχολικό περιβάλλον. Αυτός είναι, επίσης, ο ρόλος του ψυχοθεραπευτή: ένας άνθρωπος που ακούει, χωρίς να κατακρίνει, που υποστηρίζει και βοηθάει το παιδί στη διαδικασία της ωρίμανσης.
  • Ένα παιδί που χάνει το ενδιαφέρον του, που εκδηλώνει  επιθετικότητα, ακόμα και μέσα στο σπίτι, πρέπει να υποστηριχθεί. Όσο πιο νωρίς εντοπιστούν τα συμπτώματα και αντιμετωπιστούν, τόσο το καλύτερο. Οι γονείς δεν πρέπει να αγνοούν και να υποτιμούν τα συμπτώματα. Η πεποίθηση ότι το παιδί θα μεγαλώσει και θα αλλάξει, συνήθως αποδεικνύεται λανθασμένη.

Φωτογραφία: iStock