Iatropedia

Ποια είναι τα ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η νόσος του Grave's και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 είναι τα πιο γνωστά ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα. Ωστόσο υπάρχουν και πολλά άλλα.

Περισσότερο από το 5% του γενικού πληθυσμού εκδηλώνει ένα ή περισσότερα αυτοάνοσα νοσήματα που αφορούν το ενδοκρινικό (ορμονικό) σύστημα. Τα νοσήματα αυτά είναι απόρροια της λανθασμένης επίθεσης του ανοσοποιητικού εναντίον ορισμένων ιστών και οργάνων του σώματος.

Ο ρόλος του ανοσοποιητικού είναι να προστατεύει τον οργανισμό από τους εισβολείς. Μερικές φορές ωστόσο κάνει λάθος και οι συνέπειες είναι καταστροφικές για το σώμα.

Τα αυτοάνοσα νοσήματα που προσβάλλουν το ενδοκρινικό σύστημα είναι πολλά και διαφορετικά. Η σοβαρότητά τους ποικίλει, αναλόγως με τα όργανα που εμπλέκονται. Όπως εξ άλλου συμβαίνει με όλα τα αυτοάνοσα νοσήματα, έτσι και τα ενδοκρινικά είναι συχνότερα στις γυναίκες.

«Οι αυτοάνοσες θυρεοειδοπάθειες (π.χ. χρόνια αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα ή θυρεοειδίτιδα Hashimoto, νόσος του Grave’s) και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 είναι οι πιο γνωστές αυτοάνοσες ενδοκρινολογικές παθήσεις», λέει η ενδοκρινολόγος Δρ. Παρή Ράπτη. «Λιγότερο συχνές αυτοάνοσες ενδοκρινικές παθήσεις είναι η λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα, η αυτοάνοση νόσος Addison, η αυτοάνοση πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, ο υποπαραθυρεοειδισμός, οι ιατρογενείς ενδοκρινικές αυτοάνοσες παθήσεις κ.λπ.»

Αυτοάνοσες θυρεοειδοπάθειες

Οι αυτοάνοσες θυρεοειδοπάθειες είναι συχνά αυτοάνοσα νοσήματα. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα (θυρεοειδίτιδα Hashimoto) και η νόσος του Grave’s. Προσβάλλουν το τουλάχιστον 5% του γενικού πληθυσμού. Χαρακτηριστικό γνώρισμά τους είναι η ανίχνευση θυρεοειδικών αυτοαντισωμάτων.

H θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι η πιο συχνή ενδοκρινική αυτοάνοση νόσος, που προσβάλλει πέντε στους 100 ανθρώπους κάποια στιγμή στη ζωή τους. Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto χαρακτηρίζεται από:

Συνήθως αδιόρατα συμπτώματα υποθυρεοειδισμού (π.χ. κόπωση, αύξηση σωματικού βάρους, διαταραχή του θυμικού, κατάθλιψη, αρθραλγία).

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι πολύ συχνότερη στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες (οι γυναίκες ασθενείς είναι 7-9 φορές περισσότερες), κατά την κυρία Ράπτη.

Η νόσος του Grave’s αποτελεί την πιο συχνή αιτία υπερθυρεοειδισμού. Μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματά της είναι:

Στο 30% των περιπτώσεων οι ασθενείς παρουσιάζουν και συμπτώματα στα μάτια, το πιο χαρακτηριστικό από τα οποία είναι ο εξόφθαλμος.

Νόσος Addison

Η νόσος Addison είναι μία σπάνια ασθένεια των επινεφριδίων. Τα επινεφρίδια είναι αδένες που βρίσκονται πάνω από τους νεφρούς.

Σε ποσοστό 70-90% των περιπτώσεων η νόσος Addison είναι αυτοάνοση (το ανοσοποιητικό του ασθενούς επιτίθεται στα επινεφρίδια). «Η νόσος Addison χαρακτηρίζεται από προοδευτική και βαθμιαία φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια (αφορά και τις τρεις ζώνες του φλοιού)», λέει η κυρία Ράπτη. «Η φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια έχει ως συνέπεια ανεπάρκεια της παραγωγής στεροειδικών ορμονών (τόσο γλυκοκορτικοειδών όσο και αλατοκορτικοειδών). Η νόσος εκδηλώνεται λόγω καταστροφής μέσω αυτοαντισωμάτων έναντι στεροειδικών ενζύμων, του παρεγχύματος και των τριών ζωνών του φλοιού των επινεφριδίων ή άλλων αιτιών».

Τα συμπτώματα της νόσου Addison αρχικά μπορεί να είναι:

Μπορεί επίσης να συνυπάρχει αυτοάνοση θυρεοειδική νόσος, πρωτοπαθής υπογοναδισμός κ.λπ.

Αυτοάνοση πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια

Η αυτοάνοση πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια ορίζεται ως η ανάπτυξη ορισμένων συμπτωμάτων πριν από την ηλικία των 40 ετών. Τα συμπτώματα αυτά είναι:

Η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και πριν ή μετά την ήβη. Η κατάσταση μπορεί να είναι ιδιοπαθής (αγνώστου αιτιολογίας) αλλά να συνοδεύεται από αυτοάνοση νόσο του Addison ή να είναι ιδιοπαθής με εκδηλώσεις ωοθηκικής αυτοανοσίας.

Υπολογίζεται ότι το 10% των γυναικών με αυτοάνοση νόσο του Addison αναπτύσσουν πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια. Μπορεί επίσης να έχουν αυτοαντισώματα εναντίον ορισμένων ενζύμων. Οι γυναίκες με πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια μπορεί επίσης να έχουν θυρεοειδική αυτοανοσία (14% των περιπτώσεων πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας).

Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1

Στα ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα ανήκει και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1. Κατ’ αυτόν, το ανοσοποιητικό σύστημα καταστρέφει τα β-κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη. Η συνέπεια είναι η έλλειψη ινσουλίνης, η οποία οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα και στα ούρα.

Τα κλασικά συμπτώματα είναι πολυδιψία, πολυφαγία και πολυουρία (αυξημένη δίψα, όρεξη και ούρηση), καθώς και απώλεια βάρους.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ), στη χώρα μας 47.315 άνθρωποι κάνουν θεραπεία για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Η θεραπεία συνίσταται σε καθημερινές αυτοεγχύσεις ινσουλίνης για να αναπληρωθεί αυτή που δεν παράγει ο οργανισμός.

Ιδιοπαθής υποπαραθυρεοειδισμός

Ο ιδιοπαθής υποπαραθυρεοειδισμός είναι απόρροια της ανεπάρκειας της παραθορμόνης, που ρυθμίζει τη συγκέντρωση ασβεστίου στον ορό του αίματος.

Η νόσος μπορεί να παρατηρηθεί σε  νήπια και σποραδικά σε ενήλικες, προσβάλλοντας κυρίως γυναίκες με θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Η αυτοανοσία έχει προταθεί ως  πιθανή αιτία του, επειδή σχετίζεται με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα που προαναφέρθηκαν.

Λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα

Η λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα είναι μία πολύ σπάνια, «φλεγμονώδης» βλάβη της υπόφυσης. Η υπόφυση είναι ο αδένας του εγκεφάλου, που βρίσκεται προστατευμένος μέσα σε μια οστέινη «θήκη», το τουρκικό εφίππιο.

Συνολικά 500 κρούσματα λεμφοκυτταρικής υποφυσίτιδας έχουν αναφερθεί στην ιατρική βιβλιογραφία από το 1962, όταν περιγράφηκε για πρώτη φορά.

Και αυτή η νόσος είναι πιο συχνή στις γυναίκες. Προσβάλλει κυρίως εγκύους που βρίσκονται στο τρίτο τρίμηνο της κυήσεως ή στην επιλόχειο περίοδο. Η λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα σχετίζεται στενά με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα.

Ιατρογενή ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα

Εκτός από τα παραπάνω ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα, υπάρχουν και ορισμένα ιατρογενή, που ουσιαστικά προκαλούνται από φάρμακα. Τα ιατρογενή ενδοκρινικά αυτοάνοσα νοσήματα μπορεί να σχετίζονται με την ιντερφερόνη-άλφα, την ιντερλευκίνη-2 και άλλα φάρμακα.

Χρόνιες παθήσεις

Τα περισσότερα αυτοάνοσα νοσήματα είναι χρόνιες παθήσεις και δεν ιώνται. Μπορούν όμως να τεθούν υπό έλεγχο με την κατάλληλη θεραπεία. Η θεραπεία εξαρτάται από τη νόσο και τα συμπτώματα. Στόχος της είναι να ελεγχθεί η διαδικασία της αυτοανοσίας, να μειωθούν τα συμπτώματα και να διατηρηθεί η ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τις λοιμώξεις.

Όταν τα αυτοάνοσα νοσήματα καταστρέφουν αδένες που παράγουν ορμόνες, μπορεί να απαιτηθεί δια βίου ορμονική υποκατάσταση. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, η νόσος του Addison, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto και η νόσος Grave’s. Στα άλλα νοσήματα απαιτείται διαφορετικού τύπου θεραπευτική προσέγγιση.

«Εντέλει θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, ότι για να υπάρξει βελτίωση στις αυτοάνοσες παθήσεις, πρέπει η θεραπευτική προσέγγιση να συνδυάζεται με κατάλληλη διατροφή, με καλής ποιότητας ύπνο και με καταπολέμηση του στρες», τονίζει η κυρία Ράπτη. «Οι τρεις αυτοί παράγοντες εμπλέκονται στη ρύθμιση των επιπέδων των ορμονών στο αίμα, μέσω του κιρκάδιου ρυθμού, της χοληστερόλης, της  κορτιζόλης κ.λπ.».