Iatropedia

Αϋπνία: Κι όμως έχουν και τα παιδιά! – Αιτίες και τρόποι αντιμετώπισης

Η αϋπνία είναι μια διαταραχή ύπνου, κατά την οποία τα παιδιά δυσκολεύονται να κοιμηθούν ή μένουν άγρυπνα έως αργά τη νύχτα ενώ, σε σπανιότερες περιπτώσεις, το πρόβλημα εντοπίζεται στην πολύ πρωινή αφύπνιση.

Ο ύπνος των παιδιών αποτελεί συχνά μια μεγάλη πρόκληση για τους γονείς, ενώ η αϋπνία είναι ένα θέμα που μπορεί να αφορά όλες τις ηλικίες, από τη βρεφική έως και την εφηβική. Όμως, ένας επαρκής και ήρεμος ύπνος είναι απαραίτητος, καθώς επηρεάζει σημαντικά τη σωματική, την ψυχική και τη νοητική λειτουργία τους.

Η αντίσταση των παιδιών στην κατάκλιση και η απαίτηση παρουσίας του ενός γονέα προκειμένου να κοιμηθούν θεωρείται, επίσης, μια μορφή αϋπνίας με συμπεριφορικές αιτίες.

Με βάση τη διάρκεια, τη σοβαρότητα και τη συχνότητα του προβλήματος, η αϋπνία, μπορεί να ταξινομηθεί ως οξεία ή χρόνια και επηρεάζει σημαντικά τη λειτουργικότητα και τις επιδόσεις των παιδιών κατά τη διάρκεια της ημέρας.

«Ο ύπνος είναι θεραπευτικός. Προσφέρει σωματική, ψυχική, νοητική ξεκούραση και καλύτερη λειτουργικότητα στην καθημερινότητα. Όταν τα παιδιά δεν κοιμούνται καλά, τόσο οι σωματικές όσο και οι νοητικές επιδόσεις τους –μεταξύ των οποίων και οι σχολικές- παρουσιάζουν έντονη πτώση. Κατά συνέπεια, η αϋπνία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων», αναφέρει η παιδοψυχίατρος, Φρίντα Κωνσταντοπούλου.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Ιατρικής Ύπνου οι συνιστώμενες ώρες ύπνου είναι:

Συμπεριφορικά ζητήματα και προβλήματα ψυχικής υγείας

Εάν η αϋπνία δεν οφείλεται σε κάποιο οργανικό πρόβλημα ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, τότε η αιτία της εντοπίζεται σε συμπεριφορικά ζητήματα ή προβλήματα ψυχικής υγείας.

Μια από τις συνηθέστερες αιτίες της αϋπνίας ψυχογενούς αιτιολογίας στα παιδιά, όπως και στους ενήλικες, είναι το άγχος. Είναι σημαντικό, λοιπόν, οι γονείς να δείχνουν ενδιαφέρον για τη ζωή του παιδιού τους και να οικοδομούν μία σχέση εμπιστοσύνης, ώστε να αισθάνεται άνετα και να μοιράζεται τις ανησυχίες του μαζί τους.

Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν τις νευροαναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός, νοητική καθυστέρηση, σύνδρομο Asperger κ.ά.) καθώς και τις ψυχιατρικές καταστάσεις (κατάθλιψη, διπολική διαταραχή, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή κ.ά.).

Στους εφήβους, αίτια της αϋπνίας μπορεί να αποτελούν και οι εξαρτήσεις (ουσίες, διαδίκτυο, τυχερά παιχνίδια) οι οποίες γίνονται εμμονή.

Τέλος, η ανεπαρκής εκπαίδευση στη διαδικασία του ύπνου από τη βρεφική ηλικία μπορεί να οδηγήσει σε αϋπνία και κατακερματισμένο ύπνο κατά τη διάρκεια της νύχτας.

«Ειδικά όσον αφορά στο άγχος, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Το άγχος προκαλεί αϋπνία και η αϋπνία επιβαρύνει τα αγχώδη και τα καταθλιπτικά συμπτώματα», τονίζει η κα Κωνσταντοπούλου και συνεχίζει: «Συχνά τα παιδιά ξυπνούν από εφιάλτες. Οι εφιάλτες, ως επί το πλείστον, είναι αποτέλεσμα μιας δύσκολης και αγχώδους καθημερινότητας».

Αιτίες για την αϋπνία ανά ηλικιακή ομάδα

Στα βρέφη η αϋπνία –η οποία συνίσταται κυρίως στη νυχτερινή αφύπνιση- οφείλεται στην έλλειψη εκπαίδευσης, δηλαδή δεν έχουν μάθει ακόμα να προσαρμόζονται σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα ύπνου. Το φαινόμενο παρατηρείται φυσιολογικά μέχρι την ηλικία των 6-7 μηνών, ωστόσο, θα πρέπει να εκπαιδευτούν ώστε στη συνέχεια να κοιμούνται καθόλη τη διάρκεια της νύχτας.

Τα μεγαλύτερα παιδιά παρουσιάζουν δυσκολία στο να κοιμηθούν προβάλλοντας άγχη και φοβίες ή απαιτώντας την παρουσία του ενός γονέα στο χώρο μέχρι να αποκοιμηθούν.

Στους εφήβους είναι πολύ συχνό το φαινόμενο του «κοινωνικού jet lag», δηλαδή ο ύπνος πολύ αργά τη νύχτα, μία κατάσταση που μεταβάλλει τους κιρκάδιους ρυθμούς τους (βιολογικό ρολόι) και παγιώνεται. Αυτό συμβαίνει συνήθως λόγω της παρατεταμένης ενασχόλησης με το διαδίκτυο και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Επίσης, συχνά οφείλεται στο άγχος ή αποτελεί ένα σύμπτωμα καταθλιπτικής διαταραχής.

Ο ρόλος των γονέων

Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να μάθουν από τη βρεφική ηλικία ότι η διαδικασία του ύπνου ξεκινάει μια συγκεκριμένη ώρα και εξελίσσεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

«Αρχικά θα πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα το περιβάλλον –π.χ. να χαμηλώνουν τα φώτα, να ρυθμίζεται η θερμοκρασία στο υπνοδωμάτιο κλπ.- και να ακολουθεί μια χαλαρωτική δραστηριότητα με τη συμμετοχή του γονέα για περίπου 10 λεπτά. Στη συνέχεια, ο γονέας θα πρέπει να αποχωρεί από το δωμάτιο πριν το παιδί αποκοιμηθεί. Με αυτόν τον τρόπο θα μάθει να κοιμάται μόνο του και εάν ξυπνήσει το βράδυ να μπορεί να ξανακοιμηθεί», εξηγεί η κα Κωνσταντοπούλου.

Εντούτοις, τα παιδιά συχνά αισθάνονται ανασφάλεια και έχουν ανάγκη την παρουσία του γονέα. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αντιμετώπιση θα πρέπει να είναι πιο ελαστική.

«Καλό είναι οι γονείς να έχουν μία ελαστική στάση, ώστε να καλύψουν την ανασφάλεια και να μην αισθάνεται το παιδί εγκατάλειψη. Να νιώθει ότι έχει βοήθεια και θα το αντιμετωπίσει. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και στις περιπτώσεις της νυχτερινής αφύπνισης», σημειώνει η ειδικός.

Στην εφηβεία είναι σημαντικό οι γονείς να παρακολουθούν τις ώρες ύπνου των παιδιών τους, καθώς και να ελέγχουν την ύπαρξη κινητών ή γενικότερα οθονών στο υπνοδωμάτιο, που αποπροσανατολίζουν τόσο το σώμα όσο και το πνεύμα τους από τη διαδικασία του ύπνου.

«Πολλές φορές οι γονείς κοιμούνται και τα παιδιά παραμένουν ξύπνια όλη τη νύχτα στέλνοντας μηνύματα ή σερφάροντας στο διαδίκτυο. Το πρόγραμμα του ύπνου, το οποίο καθιερώνεται από την βρεφική ηλικία, θα πρέπει να εφαρμόζεται μέχρι και την εφηβεία χωρίς διαπραγμάτευση», τονίζει η ειδικός.

Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, τα ωράρια των γονέων καθώς τα παιδιά ακολουθούν τα πρότυπά τους, όχι μόνο στον ύπνο αλλά και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους.

Αϋπνία και Αντιμετώπιση

Από τη στιγμή που θα εμφανιστεί η αϋπνία είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίσουν οι γονείς το πρόβλημα και να μην το υποτιμήσουν.

Όταν η αιτία είναι τα αγχώδη συμπτώματα και οι φοβίες, οι γονείς μπορούν ενδεχομένως να τα βοηθήσουν με συζήτηση.

Σε κάθε περίπτωση, εάν η δυσλειτουργία που προκαλείται στο παιδί από την αϋπνία είναι μεγάλη και το πρόβλημα δεν είναι διαχειρίσιμο θα πρέπει να απευθυνθούν έγκαιρα σε ειδικό, έτσι ώστε να αποφευχθεί τόσο η ταλαιπωρία όσο και η παγίωση της κατάστασης.

Ο ειδικός θα προσεγγίσει την αϋπνία με βάση την αιτία. Ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να αντιμετωπιστεί με συμβουλευτική ή/και χορήγηση φαρμάκων (σε ψυχιατρικές καταστάσεις και περιπτώσεις έντονου άγχους).