Iatropedia

Η μοναξιά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο

Μια πρόσφατη μελέτη τονίζει την ανάγκη δημιουργίας κοινωνικών προγραμμάτων υποστήριξης των ατόμων που ζουν μόνοι τους.

Μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cancer δείχνει ότι οι ενήλικες που ζουν μόνοι τους έχουν 32% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο, από τους ενήλικες που ζουν με άλλους.

Αυτός ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα υψηλός στις ηλικίες μεταξύ 45 και 64 ετών που ζουν μόνοι. Η πιθανότητα θανάτου από καρκίνο είναι 43% μεγαλύτερη από αυτή των συνομηλίκων τους που έχουν συγκατοίκους.

«Τα ευρήματα σε αυτή τη μελέτη υπογραμμίζουν τη σημασία της αντιμετώπισης της ζωής μόνος, τόσο στον γενικό πληθυσμό όσο και μεταξύ των επιζώντων από καρκίνο», λέει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Hyunjung Lee, PhD, διευθυντής της ερευνητικής ομάδας για την ανισότητα του καρκίνου στην Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία.

Με βάση τα δεδομένα που συλλέχθηκαν μεταξύ 1998 και 2019 από την National Health Interview Survey και τον National Death Index, ο Dr. Lee και η ομάδα του ανέλυσαν τα αποτελέσματα για σχεδόν 475.000 ενήλικες που ήταν μεταξύ 18 και 64 ετών στην αρχή της μελέτης. Περίπου το ένα τέταρτο αυτών των ατόμων ζούσαν μόνοι τους, ενώ τα τρία τέταρτα ζούσαν με άλλους.

Κατά τη διάρκεια των 22 ετών, υπήρξαν σχεδόν 6.000 θάνατοι από καρκίνο δηλαδή το το 1,6% των ανθρώπων που ζούσαν με άλλους έναντι περίπου 3.000 θανάτων από καρκίνο (περίπου 2,5%) αυτών που ζούσαν μόνοι.

Ο κίνδυνος θανάτου είναι υψηλός στους άνδρες που ζουν μόνοι

Εκτός από το ότι βρήκαν έναν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο θανάτου από καρκίνο στους μεσήλικες, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι άνδρες που ζούσαν μόνοι είχαν 1,3 φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο από τις γυναίκες. Εν μέρει, αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι περισσότεροι άνδρες (56%) παρά γυναίκες (44%) ζούσαν μόνοι.

«Αναρωτιέμαι για τις πολιτιστικές αξίες που έχουν οι μορφωμένοι Αμερικανοί άνδρες από μια κουλτούρα που προωθεί την αυτονομία και την ανεξαρτησία», λέει η Lidia Schapira, MD, ογκολόγος και διευθύντρια του Stanford Cancer Survivorship Program στην Καλιφόρνια. «Με κάνει να αναρωτιέμαι αν αυτοί οι άντρες που ζούσαν μόνοι είχαν την τάση να αποφεύγουν να ζητήσουν βοήθεια ή να επικοινωνήσουν με άλλους».

Οι άνθρωποι που είχαν τελειώσει το γυμνάσιο και ζούσαν μόνοι είχαν 1,26 φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο, ενώ εκείνοι με πτυχίο κολεγίου που ζούσαν μόνοι και είχαν 1,41 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο από τους συνομηλίκους τους που συγκατοικούσαν με άλλους.

Μεγαλώνει η απομόνωση, αυξάνονται τα προβλήματα υγείας

Τα στοιχεία της απογραφής των ΗΠΑ αποκαλύπτουν ότι το ποσοστό των νοικοκυριών ενός ατόμου έχουν υπερδιπλασιαστεί, από 7 εκατομμύρια νοικοκυριά (13%) το 1960 σε 38 εκατομμύρια νοικοκυριά (29%) το 2020.

«Η επιδημία της μοναξιάς και της απομόνωσης ήταν μια υποτιμημένη κρίση δημόσιας υγείας που έχει βλάψει την ατομική και την κοινωνική υγεία», δήλωσε ο Vivek Murthy, MD, Γενικός Χειρουργός. «Οι σχέσεις μας είναι μια πηγή θεραπείας και ευεξίας, μια πηγή που μπορεί να μας βοηθήσει να ζήσουμε πιο υγιείς, πιο ολοκληρωμένες και πιο παραγωγικές ζωές».

Όσοι είναι απομονωμένοι τείνουν να έχουν περισσότερες ανθυγιεινές συνήθειες, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης. Διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που ζουν μόνοι έχουν λιγότερες πιθανότητες να ακολουθήσουν υγιεινές δίαιτες ενώ φαίνεται πιο πιθανό να είναι παχύσαρκοι, να καπνίζουν ή να πίνουν πολύ και να έχουν έντονο ψυχολογικό στρες.

Οι επιπτώσεις στην ψυχική Υγεία

Η Δρ Schapira, που δεν συμμετείχε στην έρευνα, επισημαίνει ότι όταν είμαστε μόνοι, το σώμα μας παράγει περισσότερη από την ορμόνη του στρες, την κορτιζόλη και νιώθουμε το άγχος πιο έντονο. Η έρευνα έχει δείξει ότι το στρες μπορεί να αυξήσει την ανάπτυξη καρκίνου.

Αντιμετώπιση του προβλήματος της μοναξιάς

Για τον Δρ Lee και την ομάδα του, οι υπερβολικοί θάνατοι από καρκίνο που σχετίζονται με τη μοναχική ζωή, υπογραμμίζουν την ανάγκη για περισσότερους πόρους και εκπαίδευση στους κλινικούς ιατρούς και περισσότερη έρευνα για την ανάπτυξη παρεμβάσεων που θα μπορούσαν να μειώσουν αυτές τις αρνητικές επιπτώσεις.

Για παράδειγμα, προγράμματα που εστιάζουν σε προληπτικούς ελέγχους καρκίνου για όσους ζουν μόνοι μπορεί με τη σειρά τους να οδηγήσουν σε πιο έγκαιρη διάγνωση, θεραπεία και παρακολούθηση, γεγονός που μπορεί να μειώσει το ποσοστό θνησιμότητας σε αυτόν τον πληθυσμό.