Iatropedia

Επίμονη απώλεια της όσφρησης μετά την COVID-19: Νέα μελέτη αποκαλύπτει την αιτία της

Η επίμονη ανοσμία ταλαιπωρεί το τουλάχιστον 5% των ανθρώπων που αρρωσταίνει ο κορωνοϊός. Οι πάσχοντες κατά τα πρώτα κύματα της πανδημίας υπολογίστηκαν σε τουλάχιστον 15 εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο.

Εκατομμύρια άνθρωποι με ανοσμία μετά τη μόλυνσή τους από τον νέο κορωνοϊό, μπορεί να έχουν μία συνεχιζόμενη, παθολογική ανοσολογική αντίδραση η οποία καταστρέφει τα κύτταρα στη μύτη τους, αναφέρουν επιστήμονες από τις ΗΠΑ.

Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα από τη μύτη ασθενών που είχαν χάσει την όσφρησή τους μετά την COVID-19. Όσοι εξ αυτών δεν την είχαν ανακτήσει, διέθεταν ανοσοποιητικά κύτταρα που προκαλούν φλεγμονή μέσα στον ρινικό βλεννογόνο – τον ευαίσθητο ιστό που επιστρώνει τη μύτη.

Τα φλεγμονώδη κύτταρα ως φαίνεται εξουδετερώνουν τα αισθητήρια νευρικά κύτταρα που είναι απαραίτητα για την όσφρηση. Και αυτό διότι στους συγκεκριμένους ασθενείς ήταν αισθητά μειωμένα τα οσφρητικά κύτταρα.

«Η ασυνήθιστη αυτή αντίδραση παρατηρήθηκε μόνο σε ασθενείς με ανοσμία η οποία επέμενε επί μήνες», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Dr Bradley Goldstein, αναπληρωτής καθηγητής Νευροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο Duke, στη Βόρεια Καρολίνα. «Ως φαίνεται, υπάρχει μία ανεπίλυτη, τοπική ανοσολογική αντίδραση, η οποία πλήττει τα ευαίσθητα οσφρητικά κύτταρα».

Η απώλεια της όσφρησης (ανοσμία) είναι ένα σύμπτωμα της λοίμωξης της COVID-19, το οποίο αναδύθηκε νωρίς στην πανδημία. Από τότε οι επιστήμονες αναρωτιόντουσαν εάν είναι απόρροια βλαβών που προκαλούσε ο κορωνοϊός:

Τα ευρήματα

Για να δώσουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα, οι επιστήμονες του Duke πραγματοποίησαν βιοψίες σε ρινικά δείγματα από 24 ασθενείς που είχαν περάσει την COVID-19. Οι εννέα από αυτούς είχαν ανοσμία επί τουλάχιστον 4 μήνες.

Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Science Translational Medicine.  Όπως γράφουν οι ερευνητές, στον ρινικό ιστό των ασθενών με επίμονη ανοσμία εντοπίστηκαν Τ-λεμφοκύτταρα, ένα είδος κυττάρων του ανοσοποιητικού. Τα Τ-λεμφοκύτταρα είχαν εισδύσει στον ρινικό βλεννογόνο όπου υπάρχουν τα οσφρητικά κύτταρα.

Αυτό παρατηρήθηκε παρότι οι ασθενείς είχαν αναρρώσει πλήρως και δεν έφεραν πια τον κορωνοϊό στο αίμα τους. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η συγκεκριμένη ανοσολογική αντίδραση συνεχιζόταν, παρά την αποθεραπεία τους από την COVID-19.

Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τα επίπεδα των οσφρητικών κυττάρων, ανακάλυψαν πως ήσαν αισθητά μειωμένα στους ασθενείς με Τ-λεμφοκύτταρα στον ρινικό βλεννογόνο. Επιπλέον, ο ρινικός βλεννογόνος τους είχε εμφανή σημάδια φλεγμονής.

Το 5% των ασθενών

Υπολογίζεται ότι επίμονη ανοσμία αναπτύσσει το τουλάχιστον 5% των ανθρώπων που αρρωσταίνει ο κορωνοϊός. Μελέτη που δημοσιεύθηκε νωρίτερα εφέτος στην ιατρική επιθεώρηση BMJ υπολόγισε ότι τουλάχιστον 15 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο απέμειναν χωρίς όσφρηση, κατά τα πρώτα κύματα της πανδημίας.

Δυστυχώς, δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για την ανοσμία. «Για να αναπτύξουμε θεραπείες πρέπει να κατανοήσουμε την παθοβιολογία του προβλήματος», είπε ο Dr. Goldstein. «Η μελέτη μας υποδεικνύει έναν πιθανό μοριακό μηχανισμό (τα Τ-λεμφοκύτταρα) που θα μπορούσαμε να στοχεύσουμε – λ.χ. τοπικά με ειδικές κρέμες ή ρινικά σπρέι. Αυτό όμως πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω».

Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι η ανοσμία σχετίζεται και με συνεχιζόμενες φλεγμονώδεις διεργασίες που συμβαίνουν σε ορισμένα τμήματα του εγκεφάλου.

Φωτογραφία: iStock