Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα επιχείρησαν να απαντήσουν σε ένα κρίσιμο ερώτημα της παιδιατρικής: γιατί ορισμένα παιδιά με μέτριο ή σοβαρό άσθμα συνεχίζουν να εμφανίζουν επικίνδυνες κρίσεις, ακόμη και μετά τη χορήγηση εξειδικευμένων βιολογικών φαρμάκων.
Στόχος τους δεν ήταν μόνο να καταγράψουν τις «αποτυχημένες» θεραπείες, αλλά να κατανοήσουν τους παράγοντες εκείνους, που θα προβλέπουν ποια παιδιά θα ωφεληθούν και ποια όχι, ώστε η θεραπεία να προσαρμόζεται καλύτερα στις ανάγκες του κάθε ασθενούς.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 122 παιδιά με μέτριο έως σοβαρό άσθμα, ηλικίας 6 έως 18 ετών, τα οποία έλαβαν βιολογική θεραπεία. Σκοπός ήταν να εντοπιστούν κλινικοί παράγοντες που υπήρχαν πριν από την έναρξη της θεραπείας και μπορούσαν να προβλέψουν τον κίνδυνο σοβαρών εξάρσεων μετά από αυτήν.
Παιδικό άσθμα: Τι έδειξε η έρευνα
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η αποτελεσματικότητα των βιολογικών φαρμάκων επηρεάζεται από βασικά χαρακτηριστικά του παιδιού.
Παράγοντες όπως το φύλο, η ηλικία κατά την έναρξη της θεραπείας, η πνευμονική λειτουργία και τα επίπεδα συγκεκριμένων λευκών αιμοσφαιρίων (ιδίως των ουδετερόφιλων) συνδέθηκαν με διαφορετικό κίνδυνο σοβαρών κρίσεων.
Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν ότι το άσθμα δεν εκδηλώνεται και δεν λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο σε όλους. Κατά συνέπεια, ένα βιολογικό φάρμακο που λειτουργεί καλά σε ένα παιδί μπορεί να είναι λιγότερο αποτελεσματικό σε ένα άλλο.Με άλλα λόγια μια θεραπεία που συνυπολογίζει τα ατομικά χαρακτηριστικά, έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας
Σημαντικό είναι επίσης, ότι η μελέτη έδειξε πως η πρόβλεψη του κινδύνου σοβαρών εξάρσεων, βελτιώνεται σημαντικά όταν οι γιατροί λαμβάνουν υπόψη αυτά τα κλινικά δεδομένα (τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά δηλαδή), και όχι μόνο το ιστορικό των προηγούμενων κρίσεων. Συγκεκριμένα, η ακρίβεια πρόβλεψης αυξήθηκε σε αυτές τις περιπτώσεις κατά 23%.
Ο Άρθουρ Οουόρα, αναπληρωτής καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα και ερευνητής στο Regenstrief Institute, τονίζει ότι η στροφή προς την εξατομικευμένη ιατρική είναι καθοριστική.
Όπως σημειώνει, το ζητούμενο δεν είναι απλώς να δοθεί ένα βιολογικό φάρμακο, αλλά να ταιριάξει το σωστό φάρμακο στο σωστό παιδί, λαμβάνοντας υπόψη τους ατομικούς παράγοντες κινδύνου και την πιθανότητα ανταπόκρισης.
Το επόμενο βήμα της ερευνητικής ομάδας είναι η ενσωμάτωση αυτών των προγνωστικών εργαλείων στην καθημερινή κλινική πρακτική και η αξιολόγηση του κατά πόσο μπορούν να βελτιώσουν ουσιαστικά τα αποτελέσματα για τους μικρούς ασθενείς.
Αν επιβεβαιωθούν τα ευρήματα σε ευρύτερη κλίμακα, η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται το σοβαρό παιδικό άσθμα, καθιστώντας τη θεραπεία πιο στοχευμένη, αποτελεσματική και ασφαλή.
Άσθμα στα παιδιά
Το παιδικό άσθμα είναι μια χρόνια φλεγμονή των αεραγωγών, που τους κάνει υπερβολικά ευαίσθητους και στενούς, προκαλώντας επεισόδια βήχα, συριγμού (σφύριγμα), δύσπνοιας (δυσκολία στην αναπνοή) και σφιξίματος στο στήθος μετά από έκθεση σε εκλυτικούς παράγοντες (π.χ., αλλεργιογόνα, κρύος αέρας, άσκηση).
Είναι η συχνότερη χρόνια πάθηση στην παιδική ηλικία, με στόχο τη θεραπεία τον έλεγχο των συμπτωμάτων και την πλήρη δραστηριότητα του παιδιού.
Τι συμβαίνει στους αεραγωγούς:
- Φλεγμονή: Οι αεραγωγοί είναι ερεθισμένοι και πρησμένοι.
- Στένωση (βρογχόσπασμος): Οι μύες γύρω από τους αεραγωγούς σφίγγουν.
- Υπερπαραγωγή βλέννας: Παράγεται περισσότερη βλέννα, φράζοντας περαιτέρω τους αεραγωγούς.
Συμπτώματα (κρίση άσθματος):
- Συριγμός (σφύριγμα) κατά την αναπνοή.
- Βήχας, ειδικά τη νύχτα ή μετά την άσκηση.
- Δύσπνοια (δυσκολία στην αναπνοή), γρήγορη αναπνοή, ανησυχία.
- Αίσθημα σφιξίματος στο στήθος.
Φωτογραφία: istock