Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία: Καλύτερα αποτελέσματα από φάρμακο σε σχέση με την χημειοθεραπεία

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Η ιμπρουτινίμπη της Janssen έλαβε έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για ασθενείς με νεοδιαγνωσθείσα Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία. Η έγκριση βασίστηκε σε δεδομένα από την μελέτη Φάσης 3 RESONATETM-2 που διαπίστωσε ότι η ιμπρουτινίμπη χορηγούμενη από το στόμα μία φορά καθημερινά βελτίωσε σημαντικά την συνολική επιβίωση και την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου σε σύγκριση με την χημειοθεραπεία.

Η διεύρυνση της ένδειξης της ιμπρουτινίμπης βασίζεται σε δεδομένα από την Φάσης 3, τυχαιοποιημένη, ανοικτής ετικέτας μελέτη RESONATE™-2, όπως δημοσιεύτηκε στο The New England Journal of Medicine (NEJM) το 2015.

Ο καθηγητής Paolo Ghia, Aναπληρωτής Καθηγητής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο Vita-Salute San Raffaele του Μιλάνου της Ιταλίας δήλωσε: “Η ιμπρουτινίμπη έχει επιδείξει αξιοσημείωτη βελτίωση της συνολικής επιβίωσης, της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου και των ποσοστών ανταπόκρισης σε σύγκριση με την χλωραμβουκίλη. Τα δεδομένα της RESONATE™-2 αποτελούν ένδειξη ότι η ιμπρουτινίμπη μπορεί να αποτελέσει μια ιδιαίτερα αναγκαία εναλλακτική επιλογή θεραπείας πρώτης γραμμής για πολλούς ασθενείς.”

Τα αποτελέσματα της μελέτης RESONATE™-2 έδειξαν ότι η ιμπρουτινίμπη παρέτεινε σημαντικά την συνολική επιβίωση (OS) (HR=0.16, 95% CI 0.05 ως 0.56, P=0.001), καθώς ποσοστό 98% των ασθενών εξακολουθούσε να βρίσκεται στη ζωή μετά από δύο έτη, σε σύγκριση με 85% των ασθενών που είχαν τυχαιοποιηθεί στο σκέλος της χλωραμβουκίλης.2 Η διάμεση επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου (PFS) δεν καλύφθηκε στους ασθενείς που λάμβαναν ιμπρουτινίμπη σε σύγκριση με 18,9 μήνες για όσους ανήκαν στο σκέλος της χλωραμβουκίλης, εύρημα που αντιστοιχεί σε στατιστικά σημαντική μείωση κατά 84% του κινδύνου θανάτου ή εξέλιξης της νόσου στο σκέλος της ιμπρουτινίμπης (HR=0.16, 95% CI 0.09 ως 0.28, P<0.001).2 Η συνολική ασφάλεια της ιμπρουτινίμπης στον πληθυσμό των ασθενών με ΧΛΛ που δεν είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία βρισκόταν σε συμφωνία με τα ευρήματα προηγούμενων μελετών.3 Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες αντιδράσεις (AR) (≥20%) οποιουδήποτε Βαθμού στην μελέτη RESONATE-2 για την ιμπρουτινίμπη ήταν διάρροια (42%), κόπωση (30%), βήχας (22%) και ναυτία (22%).2

Ο Nick York, μέλος του συλλόγου ασθενών με ΧΛΛ για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων, (CLL Advocates Network (CLLAN)), δήλωσε: “Η διαθεσιμότητα μιας στοχευμένης θεραπείας ως αρχικής θεραπευτικής αντιμετώπισης αποτελεί ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός για τα άτομα που πάσχουν από ΧΛΛ και αναμενόταν από πολύ καιρό από την κοινότητα ατόμων με ΧΛΛ. Πολλοί ασθενείς θεωρούνται ακατάλληλοι για την τρέχουσα καθιερωμένη θεραπεία πρώτης γραμμής, οπότε υπάρχει πραγματική ανάγκη για νέες, αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές για αυτούς τους ασθενείς.”

Παρά την διαθεσιμότητα αποτελεσματικών χημειο-ανοσοθεραπευτικών σχημάτων πρώτης γραμμής για την ΧΛΛ, πολλοί ασθενείς, ιδιαίτερα οι ηλικιωμένοι, δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις ανεπιθύμητες ενέργειές τους.3 Η ΧΛΛ είναι σε γενικές γραμμές ένας βραδείας εξέλιξης καρκίνος των λευκών αιμοσφαιρίων του αίματος.4 Ο επιπολασμός της ΧΛΛ στην Ευρώπη μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι περίπου 5,87 και 4,01 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα ανά έτος, αντίστοιχα.5,6 Η ΧΛΛ είναι κυρίως νόσος των ηλικιωμένων, με διάμεση ηλικία τα 72 έτη κατά την διάγνωση.7

 

Η ιμπρουτινίμπη έχει αναπτυχθεί από κοινού από την Cilag GmbH International, που είναι μέλος των Φαρμακευτικών Εταιρειών Janssen και την Pharmacyclics LLC, μια εταιρεία της AbbVie. Θυγατρικές της Janssen διαθέτουν στην αγορά την ιμπρουτινίμπη στην Eυρώπη, Mέση Ανατολή και Αφρική, καθώς και στον υπόλοιπο κόσμο, με εξαίρεση τις ΗΠΑ, όπου το διαθέτουν στην αγορά από κοινού η Janssen Biotech, Inc. και η Pharmacyclics. Η Janssen και η Pharmacyclics συνεχίζουν να υποστηρίζουν ένα εκτεταμένο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης της ιμπρουτινίμπης, που περιλαμβάνει δεσμεύσεις για μελέτες Φάσης 3 με πολλαπλούς πληθυσμούς ασθενών.