Η ατμοσφαιρική ρύπανση «χτυπάει» απευθείας στην καρδιά

  • Iatropedia
Νέα μελέτη δείχνει ότι τα υπέρ-λεπτα αιωρούμενα μικροσωματίδια ρύπων που κυριαρχούν σε ένα περιβάλλον υψηλής ατμοσφαιρικής μόλυνσης, μπορούν να επηρεάσουν την λειτουργία της καρδιάς μέσα σε 5 λεπτά αφ’ ότου εισπνευσθούν!

Γερμανοί ερευνητές και Αμερικανοί συνάδελφοί τους ανακάλυψαν ότι τα υψηλά επίπεδα συγκεντρώσεων υπέρλεπτων μικροσωματιδίων ρύπων στην ατμόσφαιρα αλλάζουν την μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού –ένα χαρακτηριστικό της καρδιακής λειτουργίας που δείχνει πώς η καρδιά και το κυκλοφορικό σύστημα προσαρμόζονται στις εκάστοτε απαιτήσεις. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας ειδικών από το Helmholtz Zentrum München και το Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ της Ν. Υόρκης που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Particle and Fibre Toxicology, οι αλλαγές αυτές σημειώθηκαν μέσα σε μόλις 5 λεπτά από την εισχώρηση των ρύπων στον οργανισμό. Επίσης εντυπωσιακό είναι και το γεγονός ότι με την πάροδο του χρόνου, εκτός από τα υπέρλεπτα σωματίδια επίπτωση στην καρδιακή λειτουργία είχε και ο θόρυβος.

Οι ερευνητές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου τονίζοντας ότι τα σωματίδια αυτά ουσιαστικά βρίσκονται παντού, εγκυμονώντας σοβαρό κίνδυνο ιδίως για την υγεία ήδη επιβαρυμένων οργανισμών πασχόντων από διαβήτη ή όσων έχουν αυξημένες πιθανότητες εκδήλωσης κάποιας καρδιαγγειακής πάθησης. Μάλιστα, στην παρούσα έρευνα επισημαίνεται ότι οι επικίνδυνες συγκεντρώσεις ρύπων βρίσκονται κάτω από το όριο που εδώ και δέκα χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί ασφαλές.

Η συγκεκριμένη μελέτη εστιάζεται στα λιγότερο διερευνηθέντα υπέρλεπτα σωματίδια που είναι μικρότερα από 0,1 μικρόμετρα (ΡΜ0.1) και περνούν στο αίμα. Συγκριτικά αναφέρεται ότι τα σωματίδια μεγαλυτέρας διατομής, που βρίσκονται κοντά σε οδικούς κόμβους και βιομηχανίες, έχουν μέγεθος μεγαλύτερο από 2,5 μm και μικρότερο από 10 μm, περίπου το 1/5 του πάχους μιας ανθρώπινης τρίχας. Φανταστείτε τι ζημιά κάνουν τα υπέρλεπτα σωματίδια όταν εισπνέονται καθώς συνδέονται με μια σειρά προβλημάτων υγείας όπως βήχα, δυσκολία στην αναπνοή, ερεθισμό της αναπνευστικής οδού, μειωμένη πνευμονική λειτουργία, καρδιακή αρρυθμία, μη θανατηφόρες καρδιακές προσβολές, χρόνια βρογχίτιδα, άσθμα και άλλες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων μορφών καρκίνου.